Σάββατο 26 Μαρτίου 2011

ΤΟ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΥΝΕΠΙΜΕΛΕΙΑ 16-06-08


Α) ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
Β) ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ
Γ)  ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ
Α)ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ


Τα δύο νομοσχέδια του Υπουργείου Δικαιοσύνης που εγκρίθηκαν ομόφωνα από την Κυβερνητική Επιτροπή

11/06/2008
Θέμα : Δελτία Τύπου
  • Νέα Μέτρα για την προστασία του παιδιού και άλλων ευπαθών ομάδων
  • Οι αλλαγές στο οικογενειακό δίκαιο και την κοινωνία
  • Οι δηλώσεις του Υπουργού Δικαιοσύνης μετά την Κυβερνητική Επιτροπή
­
Με ομόφωνη απόφαση των μελών της Κυβερνητικής Επιτροπής, που συνεδρίασε υπό την Προεδρία του Πρωθυπουργού κ. Κώστα Καραμανλή, εγκρίθηκαν οι εισηγήσεις του Υπουργού Δικαιοσύνης κ. Σωτήρη Χατζηγάκη για δύο νομοσχέδια που αφορούν σε θεσμικές αλλαγές στο οικογενειακό δίκαιο, τη κοινωνία και την προστασία του παιδιού και άλλων ευπαθών ομάδων.
Το πρώτο νομοσχέδιο περιλαμβάνει πέντε μεγάλες ενότητες, που αφορούν:
Α) Το Σύμφωνο Ελεύθερης Συμβίωσης, το οποίο αφορά μόνον σε ετερόφυλα ζευγάρια, όπως εξαρχής έχει ανακοινώσει το Υπουργείο Δικαιοσύνης, από τον περασμένο Μάρτιο.
Β) Νέες ρυθμίσεις για το διαζύγιο, για το οποίο η ρύθμιση της τετραετούς διάστασης ως αμάχητου τεκμηρίου κλονισμού του γάμου, μειώνεται σε δύο χρόνια.
Γ) Οι νέες διατάξεις για την γονική μέριμνα και την από κοινού άσκησή της εκ μέρους των γονέων, σε διάφορα ζητήματα.
Δ) Οι νέες διατάξεις για το καθεστώς της υιοθεσίας, με έμφαση στην ανάγκη προστασίας των δικαιωμάτων του παιδιού, στη μικρότερη δυνατή παραμονή του σε ιδρύματα και στην ταχεία ένταξή του στη θετή οικογένεια.
Ε) Η νέα ρύθμιση, ώστε να παρέχεται η δυνατότητα στους συζύγους να έχουν το ίδιο επώνυμο, όταν αμφότεροι το επιθυμούν.
Το δεύτερο νομοσχέδιο αφορά σε απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Ευρώπης και περιλαμβάνει δεκάδες διατάξεων, με τις οποίες προστατεύονται πολλαπλά τα παιδιά και οι ανήλικοι από τη σεξουαλική εκμετάλλευση και κακοποίηση.
Τη σχετική Ειδική Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης, είχε προσυπογράψει ο Υπουργός Δικαιοσύνης, τον περασμένο Οκτώβριο, στο Λανζαρότε της Ισπανίας.

Το περιεχόμενο του πρώτου νομοσχεδίου

Οι βασικές διατάξεις του νομοσχεδίου με τις πέντε θεσμικές αλλαγές που εγκρίθηκαν ομόφωνα από την Κυβερνητική Επιτροπή, έχουν ως εξής:
1. ΤΟ ΣΥΜΦΩΝΟ ΕΛΕΥΘΕΡΗΣ ΣΥΜΒΙΩΣΗΣ (ΜΟΝΟ ΓΙΑ ΕΤΕΡΟΦΥΛΑ ΖΕΥΓΑΡΙΑ): στοχεύει να ρυθμίσει μία πραγματικότητα, ένα υπαρκτό κοινωνικό φαινόμενο. Δηλαδή, την εκτός γάμου συμβίωση και τα κοινωνικά ζητήματα που ανακύπτουν από αυτή. Ήδη, 5% περίπου, των παιδιών σήμερα στην Ελλάδα, υπολογίζεται (Eurostat 2004) ότι προέρχονται από αυτές τις ελεύθερες συμβιώσεις, χωρίς κανενός είδους γάμου –θρησκευτικό ή πολιτικό.
Σύμφωνα με υπεύθυνους υπολογισμούς, τα παιδιά που γεννήθηκαν εκτός γάμου τα τελευταία έτη, ξεπερνούν τα 120.000, ενώ μείζονα προβλήματα αποτελούν πλέον οι απροστάτευτες γυναίκες, μετά από χρόνια ελεύθερης συμβίωσης, και γενικά οι μονογονεϊκές οικογένειες, οι οποίες φθάνουν σε αρκετές χιλιάδες και συνεχώς αυξάνονται.
Στις άλλες χώρες του Ευρωπαϊκού νότου, το ποσοστό των παιδιών εκτός γάμου ανέρχεται στο 10% και στις Σκανδιναβικές χώρες φθάνει στο 50%, ενώ στην Ελλάδα παρατηρούνται αυξητικές τάσεις στις γεννήσεις αυτές. Ακόμα και με βάση το 5% των παιδιών, η απολύτως ελεύθερη συμβίωση έχει κοινωνικές διαστάσεις και συνέπειες και αντικειμενικά συνιστά «οικογένεια».
Το ποσοστό των γυναικών, στη χώρα μας, που επιλέγουν να συμβιώσουν, έστω και μία φορά, στην ηλικιακή ομάδα 18-24, έχει τριπλασιαστεί τα τελευταία 30 χρόνια (έρευνα ΕΚΚΕ). Όλο και περισσότερο, ο γάμος στην Ελλάδα, ακόμα και ο θρησκευτικός, αποτελεί την κατάληξη ενός προγενέστερου και μακροχρόνιου δεσμού, με συχνά τα φαινόμενα της ελεύθερης συμβίωσης.
Το Σύμφωνο Ελεύθερης Συμβίωσης έχει σκοπό να ρυθμίσει, να περιορίσει και να θέσει σε νέες βάσεις τις συνέπειες αυτής της δυσάρεστης πραγματικότητας.
Δεν ακολουθούμε τα αντίστοιχα Ευρωπαϊκά νομοθετήματα σε ότι αφορά στην ελεύθερη συμβίωση, αλλά αντίθετα, οι δικές μας ρυθμίσεις περιλαμβάνουν περισσότερες δικλείδες ασφαλείας και προστασίας. Τόσο σε νομικό, όσο και δικαστικό έλεγχο πλέον.
Η σχετική νομοθεσία των ευρωπαϊκών χωρών αφορούν είτε την αναγνωρισμένη εξώγαμη συμβίωση ετερόφυλων και ομόφυλων προσώπων (Γαλλία PacteCivildeSolidarite), Βέλγιο, με παράλληλη δυνατότητα γάμου για ομόφυλα ζεύγη, Ολλανδία, όπου προβλέπεται και γάμος για ομόφυλα ζεύγη, είτε μόνο σε ομόφυλα ζεύγη, Γερμανία, Δανία, Μεγ. Βρετανία, Νορβηγία, Σουηδία). Το προτεινόμενο σχέδιο, όμως, αφορά αποκλειστικά ετερόφυλα και όχι ομόφυλα άτομα.
Η νομοθετική αυτή πρωτοβουλία, στοχεύει στην κάλυψη αναγκών της σύγχρονης κοινωνικής πραγματικότητας, που απορρέουν από τις ολοένα αυξανόμενες και στη χώρα μας, περιπτώσεις ελεύθερης συμβίωσης, που μέχρι τώρα μένουν αρρύθμιστες και εκτός δικαίου.
Ειδικότερα, αποσκοπεί :
α. στην προστασία των παιδιών, που γεννώνται στη διάρκεια των συμβιώσεων αυτών.
β. στην διασφάλιση των κληρονομικών δικαιωμάτων στα πρόσωπα αυτά, που ζουν και δημιουργούν μαζί, έχοντας αποκτήσει παιδιά και κοινές υποχρεώσεις.
γ. στη ρύθμιση των περιουσιακών και οικονομικών, εν γένει, σχέσεων των προσώπων που έχουν συνάψει τέτοιο σύμφωνο, τόσο κατά τη διάρκεια αυτού, όσο και μετά τη λύση του και περιορίζονται σημαντικά οι δικαστικές διενέξεις και αντιδικίες, με τέτοιο αντικείμενο.
δ. στην άρση των ανισοτήτων και των κοινωνικών αδικιών στα ασφαλιστικά και συνταξιοδοτικά δικαιώματα των προσώπων αυτών, που αναγνωρίζονται όπως και στο γάμο.

Και όλα αυτά ρυθμίζονται, χωρίς να πλήττεται ο θεσμός του γάμου και της από αυτόν απορρέουσας οικογένειας, αφού το εισαγόμενο με τις ρυθμίσεις αυτές οικογενειακό μόρφωμα, σε καμία περίπτωση, δεν εξομοιώνεται πλήρως με το γάμο, ούτε τον υποκαθιστά, αλλά αποσκοπεί στη ρύθμιση μιας υφισταμένης κοινωνικής πραγματικότητας, από την εκτός γάμου συμβίωση και στην εξομάλυνση και άρση των αδικιών και ανισοτήτων που παραπάνω αναφέρθηκαν, οι οποίες δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν με τις ισχύουσες ρυθμίσεις για το οικογενειακό δίκαιο.

Οι διαφορές Συμφώνου Ελεύθερης Συμβίωσης και Γάμου
α. Ως προς τον τρόπο σύναψης
Το σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης προσώπων, συστήνεται μόνο με συμβολαιογραφικό έγγραφο, που καταχωρίζεται σε ειδικό ληξιαρχικό βιβλίο.
Ο γάμος θρησκευτικός ή πολιτικός, συνάπτεται κατά τους προβλεπόμενους και γνωστούς, σε όλους τύπους.

β. Ως προς τη ρύθμιση των περιουσιακών στοιχείων
Με το σύμφωνο αναγνωρίζεται η δυνατότητα στα μέρη να ρυθμίσουν συμβατικά τις περιουσιακές τους σχέσεις και το ελευθέρως διαλυτό του συμφώνου τους. Επίσης, σε αντίθεση με το γάμο, δεν αναγνωρίζεται τεκμήριο συμμετοχής στα αποκτήματα.
Στο γάμο οι περιουσιακές σχέσεις δεν μπορούν να ρυθμιστούν συμβατικά, εκ των προτέρων, με συμφωνία μεταξύ των συζύγων.

γ. Ως προς τα κληρονομικά δικαιώματα :
Στο σύμφωνο το κληρονομικό δικαίωμα του επιζώντος συντρόφου εξ αδιαθέτου και νόμιμης μοίρας είναι περιορισμένο σε σχέση με αυτό του επιζώντος συζύγου στο γάμο (το ήμισυ που αναγνωρίζεται στο γάμο).

δ. Ως προς τη διατροφή
Με το σύμφωνο μπορεί να συμφωνηθεί υποχρέωση διατροφής των συμβιούντων, αποκλειστικά και μόνο όταν μετά τη λύση του υπάρχει αδυναμία αυτοδιατροφής του ενός μέρους. Η υποχρέωση αυτή, όμως, έπεται όταν ο υπόχρεος σε διατροφή βαρύνεται με υποχρέωση διατροφής συζύγου (από προηγούμενο γάμο) ή ανηλίκων τέκνων.
Κατά τη σύναψη του γάμου δεν προβλέπονται τέτοιου είδους συμφωνίες.

ε. Ως προς τη λύση
Το σύμφωνο λύεται με συμβολαιογραφικό έγγραφο, με μονομερή συμβολαιογραφική δήλωση που κοινοποιείται στον άλλο με δικαστικό επιμελητή ή αυτοδικαίως με τη σύναψη γάμου είτε μεταξύ των προσώπων που συμβιώνουν είτε μεταξύ ενός από αυτά και τρίτου.
Ο γάμος λύεται μόνο με δικαστική απόφαση για το διαζύγιο.

2. ΟΙ ΝΕΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΔΙΑΖΥΓΙΟ : Mε το σχέδιο νόμου, προβλέπεται ότι ο ισχυρός κλονισμός του γάμου τεκμαίρεται αμάχητα όταν οι σύζυγοι βρίσκονται σε διάσταση από δύο, τουλάχιστον, χρόνια. Η ρύθμιση αυτή κατέστη αναγκαία, μετά τη διαπίστωση από την εφαρμογή της ρύθμισης της τετραετούς διάστασης ως αμάχητου τεκμηρίου, με το άρθρο 16 του Νόμου 1329/1983, ότι ο τελικός χρόνος λύσης του γάμου, στην πραγματικότητα, βραδύνει και στις περισσότερες των περιπτώσεων υπερβαίνει την εξαετία. Τούτο, οφείλεται κυρίως στη μεγάλη αύξηση του φόρτου των υποθέσεων στα δικαστήρια, που μεσολάβησε από την εφαρμογή του ως άνω νόμου και ιδίως τα τελευταία χρόνια, μέχρι σήμερα. Στην εξομάλυνση της καταστάσεως αυτής και τη λύση του γάμου με βάση τον παραπάνω λόγο μέσα σε εύλογο χρόνο, λαμβανομένων υπόψη των ως άνω συνθηκών, αποσκοπεί η ρύθμιση αυτή, που ορίζει το χρόνο της διάστασης, ως αμάχητο τεκμήριο ισχυρού κλονισμού του γάμου, σε δύο χρόνια.

3. ΟΙ ΝΕΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΓΟΝΙΚΗ ΜΕΡΙΜΝΑ :
Με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις προβλέπεται ότι μετά τη λύση, ακύρωση του γάμου ή τη διάσταση των συζύγων, η γονική μέριμνα εξακολουθεί να ασκείται από τους δύο συζύγους από κοινού. Δηλαδή καθιερώνεται, ενιαίως και ανεξάρτητα από την ύπαρξη της έγγαμης συμβίωσης, ως νόμιμο σύστημα άσκησης της γονικής μέριμνας η από κοινού άσκηση της γονικής μέριμνας εκ μέρους των γονέων (συνεπιμέλεια του προσώπου, συνδιαχείριση της περιουσίας και συνεκπροσώπηση του ανηλίκου).
Το προτεινόμενο πλαίσιο επιβάλλεται από τη διεθνή σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα του παιδιού (1989) άρθρα 18 και 4, την οποία έχει κυρώσει η χώρα μας με τον ν. 2101/1992, τη Σύμβαση του Στρασβούργου 2003 για τις προσωπικές σχέσεις των τέκνων και τον Κανονισμό των Βρυξελλών ΙΙ (bis) (άρθρ. 41) και συμπλέει προς τις νεώτερες ευρωπαϊκές νομοθεσίες οι οποίες επίσης έχουν τροποποιηθεί (Γαλλία, 1993, Γερμανία 1997). Το νέο σύστημα επιτρέπει στους γονείς να εκπληρώσουν ενεργά τον γονικό τους ρόλο, εξασφαλίζοντας την παρουσία και των δύο γονέων στην ζωή και ανατροφή του παιδιού
Οι μεταβολές, όμως, περιορίστηκαν στο απολύτως αναγκαίο μέτρο και δεν γίνεται ευρεία τροποποίηση, προκειμένου να παγιωθεί η νέα ρύθμιση στην δικαστηριακή πράξη.
Κάθε γονέας, πλέον, μπορεί να ζητήσει από το δικαστήριο να του ανατεθεί η αποκλειστική άσκηση της γονικής μέριμνας του ανηλίκου για σπουδαίο λόγο. Ενδεικτικά, σπουδαίο λόγο αποτελούν: η αδιαφορία του ενός γονέα: π.χ. ο γονέας με τον οποίο το τέκνο δεν συγκατοικεί, δεν ανταποκρίνεται στις οικονομικές του υποχρεώσεις, δεν ασκεί το δικαίωμα επικοινωνίας για μακρό χρονικό διάστημα ή δεν συμμετέχει στη λήψη αποφάσεων που αφορούν τον ανήλικο. Η παρακώλυση από τον συγκατοικούντα γονέα του δικαιώματος επικοινωνίας του άλλου γονέα με το παιδί, αλλά και η μη επιστροφή του παιδιού στον γονέα με τον οποίο τούτο συγκατοικεί μετά την άσκηση του δικαιώματος επικοινωνίας. Η παρά την συμφωνία των γονέων ή την απόφαση του δικαστηρίου, αλλαγή του τόπου κατοικίας του τέκνου. Η καταχρηστική εκ μέρους του ενός γονέα άσκηση της συνεπιμέλειας ή της συνδιαχείρισης, π.χ. εξαντλητική εξέταση ή παρέμβαση σε κάθε λεπτομέρεια της καθημερινής ζωής του ανηλίκου, η πρόκληση διαφωνιών, η αδιαλλαξία κλπ., ακόμη και αν αυτή οφείλεται σε υπέρμετρο ζήλο του γονέα.

4. ΟΙ ΝΕΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΤΗΣΥΙΟΘΕΣΙΑΣ : Με τις τροποποιήσεις των άρθρων του Αστικού Κώδικα για την υιοθεσία διευκολύνεται τη διαδικασία της υιοθεσίας με την αναπλήρωση από το Δικαστήριο της συναίνεσης των φυσικών γονέων όταν αυτοί είναι άγνωστης διαμονής και, κατά συνέπεια, είναι αδύνατο να συναινέσουν ενώπιον του Δικαστηρίου σύμφωνα με το άρθρο 1550 ΑΚ για την ολοκλήρωση της υιοθεσίας.
Με την προτεινόμενη προσθήκη, πέραν της διευκόλυνσης και επιτάχυνσης της υιοθεσίας, λαμβάνεται υπόψη και η ανάγκη προστασίας των δικαιωμάτων του παιδιού, με σκοπό τη μικρότερη δυνατή παραμονή του σε ίδρυμα και την ταχεία ένταξή του στη θετή οικογένεια.
Θα πρέπει εξάλλου να ληφθεί υπόψη και το Σχέδιο του Συμβουλίου της Ευρώπης (του οποίου επίκειται η ψήφιση από τα Κράτη μέλη) για την αναθεώρηση της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την υιοθεσία ανηλίκων του 1967, το άρθρο 5 του οποίου προβλέπει την ύπαρξη ισχυρής, μη ανακληθείσας συναίνεσης των γονέων κατά την τέλεση της υιοθεσίας.
Καθιερώνεται η δυνατότητα ακρόασης των πλησιέστερων συγγενών με βάση την οποία το δικαστήριο θα κρίνει σταθμίζοντας την εγγύτητα της συγγένειας, την ουσιαστική σχέση με τον μη συναινούντα γονέα, τη μυστικότητα της υιοθεσίας, την ανάγκη προστασίας και το συμφέρον του ανηλίκου, αλλά και την ανάγκη προστασίας της προσωπικότητας του μη συναινούντος γονέως κλπ.
Προβλέπεται, ακόμη και η δυνατότητα απάλειψης του κυρίου ονόματος που έφερε το τέκνο προ της υιοθεσίας, εφ’ όσον όμως η απάλειψη είναι προς το συμφέρον του τέκνου. Τούτο θα συμβαίνει ιδίως αν το τέκνο προ της υιοθεσίας έφερε όνομα το οποίο ηχεί ξένο προς την κοινωνική πραγματικότητα παραπέμποντας στην καταγωγή του τέκνου, προδίδοντας έτσι την υιοθεσία και παραβιάζοντας την μυστικότητά της.
Προβλέπεται με το σχέδιο αυτό ότι ο ισχυρός κλονισμός του γάμου τεκμαίρεται αμάχητα όταν οι σύζυγοι βρίσκονται σε διάσταση από δύο, τουλάχιστον, χρόνια.
Τροποποιείται το άρθρο 1388 Α Κ. Με βάση την ήδη ισχύουσα ρύθμιση, η γυναίκα διατηρεί και μετά το γάμο το επώνυμό της και μόνο στις κοινωνικές σχέσεις μπορεί να χρησιμοποιεί και το επώνυμο του συζύγου της. Ωστόσο μετά τη διαγραφή, αρχικά από τα διαβατήρια και κατόπιν από τις ταυτότητες, του ονόματος του συζύγου είναι πολύ δύσκολο στα νόμιμα ζεύγη να αποδείξουν, ταξιδεύοντας κυρίως στο εξωτερικό, ότι είναι καθ’ όλα νόμιμα ζεύγη και όχι παράνομα, με αποτέλεσμα να ταλαιπωρούνται, κατά τη διενέργεια διαφόρων συναλλαγών. Με την εισαγόμενη ρύθμιση, προς άρση των εμφανιζομένων προβλημάτων, παρέχεται η δυνατότητα στους συζύγους να έχουν το ίδιο επώνυμο, εάν φυσικά αμφότεροι το επιθυμούν.


5. Η ΝΕΑ ΡΥΘΜΙΣΗ, ΩΣΤΕ ΝΑ ΠΑΡΕΧΕΤΑΙ Η ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ ΣΤΟΥΣ ΣΥΖΥΓΟΥΣ ΝΑ ΕΧΟΥΝ ΤΟ ΙΔΙΟ ΕΠΩΝΥΜΟ: Επίσης, με το σχέδιο αυτό, τροποποιείται το άρθρο 1388 Α Κ. Με βάση την ήδη ισχύουσα ρύθμιση, η γυναίκα διατηρεί και μετά το γάμο το επώνυμό της και μόνο στις κοινωνικές σχέσεις μπορεί να χρησιμοποιεί και το επώνυμο του συζύγου της. Ωστόσο μετά τη διαγραφή, αρχικά από τα διαβατήρια και κατόπιν από τις ταυτότητες, του ονόματος του συζύγου είναι πολύ δύσκολο στα νόμιμα ζεύγη να αποδείξουν, ταξιδεύοντας κυρίως στο εξωτερικό, ότι είναι καθ’ όλα νόμιμα ζεύγη και όχι παράνομα, με αποτέλεσμα να ταλαιπωρούνται, κατά τη διενέργεια διαφόρων συναλλαγών. Με την εισαγόμενη ρύθμιση, προς άρση των εμφανιζομένων προβλημάτων, παρέχεται η δυνατότητα στους συζύγους να έχουν το ίδιο επώνυμο, εάν φυσικά αμφότεροι το επιθυμούν.
Δηλώσεις του Υπουργού Δικαιοσύνης κ. Σωτήρη Χατζηγάκη μετά την Κυβερνητική Επιτροπή

ΥΠΟΥΡΓΟΣ: Εισηγήθηκα στην Κυβερνητική Επιτροπή δύο νομοσχέδια, που αποτελούν ουσιαστικές ρυθμίσεις στο ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον, στην κοινωνία και στην οικογένεια.
Το πρώτο νομοσχέδιο αφορά το σύμφωνο συμβίωσης και θέματα διαζυγίου, καθώς και υιοθεσίας. Στο θέμα της έγγαμης συμβίωσης, του συμφώνου συμβίωσης, η πρότασή μου ήταν για τα ετερόφυλα ζευγάρια και μόνο - όπως ισχύει άλλωστε και στο γάμο – και η εισήγησή μου έγινε ομόφωνα αποδεκτή. Για το διαζύγιο, το αυτόματο διαζύγιο, πρότεινα να μειωθεί ο χρόνος από τέσσερα σε δύο χρόνια, που και αυτή η πρόταση έγινε δεκτή.
Και δεύτερον, υπάρχει ένα άλλο μεγάλο νομοσχέδιο, που αφορά τη σεξουαλική κακοποίηση των παιδιών, που έγινε νομοσχέδιο εις εκτέλεση αποφάσεως της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Ευρώπης, το οποίο και αυτό προέβαλα και πρότεινα και έγινε και αυτό ομοφώνως δεκτό.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Τι προβλέπει κύριε Υπουργέ το νομοσχέδιο;
ΥΠΟΥΡΓΟΣ: Έχει μια πλειάδα διατάξεων, τα οποία προστατεύουν και προληπτικά και κατασταλτικά και διαδικαστικά το θέμα που λέγεται ‘’παιδί και σεξουαλική εκμετάλλευση’’.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Οι ποινές γίνονται αυστηρότερες;
ΥΠΟΥΡΓΟΣ: Γίνονται αυστηρότερες.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Θα περιληφθούν οι ομοφυλόφιλοι στο Σύμφωνο Ελεύθερης Συμβίωσης;
ΥΠΟΥΡΓΟΣ: Η εισήγησή μου δεν περιελάμβανε τους ομοφυλόφιλους. Περιελάμβανε μόνο τα ετερόφυλα ζευγάρια και έγινε έτσι διότι είδα να υπάρχει μια απόλυτη συστοιχία με το θέμα του θεσμού του γάμου.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Είναι ανοικτό όμως για το μέλλον;
ΥΠΟΥΡΓΟΣ: Αυτή τη στιγμή δεν αντιμετωπίζεται. Αντιμετωπίζεται το θέμα όπως σας το είπα και όπως περιλαμβάνεται και στο νομοσχέδιο.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Για τη Siemens συζητήσατε;
ΥΠΟΥΡΓΟΣ: Όχι, δεν συζητήσαμε.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Σας ανησυχεί αυτή η κατάσταση;
ΥΠΟΥΡΓΟΣ: Έχω εμπιστοσύνη στη Δικαιοσύνη.


Β)          ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ
Στο Σχέδιο Νόμου
«Μεταρρυθμίσεις για την Οικογένεια, το Παιδί και την Κοινωνία»

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ
Α) ΤΟ ΣΥΜΦΩΝΟ ΕΛΕΥΘΕΡΗΣ ΣΥΜΒΙΩΣΗΣ                                                                                                         
Ι. ΠΡΟΟΙΜΙΟ
1. Η κοινωνική πραγματικότητα των ελεύθερων συμβιώσεων και η ανάγκη εισαγωγής των νέων ρυθμίσεων.
Το Σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης, έχει σκοπό να ρυθμίσει μία πραγματικότητα, ένα υπαρκτό κοινωνικό φαινόμενο. Να περιορίσει τις αρνητικές του συνέπειες και επιπτώσεις στην κοινωνία και να τις μετατρέψει σε υποχρεώσεις. Να κάνει τους πολίτες περισσότερο υπεύθυνους ως προς τα θέματα και τα κοινωνικά προβλήματα που προκύπτουν από την κοινή τους συμβίωση.
Η ελεύθερη συμβίωση, χωρίς καμία ανθρώπινη, κοινωνική και νομική υποχρέωση, αποτελεί και στην Ελλάδα μία πραγματικότητα. Περίπου 5% των παιδιών σήμερα στην Ελλάδα, υπολογίζεται (Eurostat 2004) ότι προέρχονται από αυτές τις ελεύθερες συμβιώσεις, χωρίς κανενός είδους γάμου –θρησκευτικό ή πολιτικό.
Σύμφωνα με υπεύθυνους υπολογισμούς, τα παιδιά που γεννήθηκαν εκτός γάμου τα τελευταία έτη, ξεπερνούν τα 120.000, ενώ μείζωνα προβλήματα αποτελούν πλέον οι απροστάτευτες γυναίκες, μετά από χρόνια ελεύθερης συμβίωσης, και γενικά οι μονογονεϊκές οικογένειες, οι οποίες φθάνουν σε αρκετές χιλιάδες και συνεχώς αυξάνονται.
Ασφαλώς η αξία του θρησκευτικού γάμου είναι και παραμένει μεγάλη και ασύγκριτη και μαζί με τον πολιτικό γάμο αποτελούν την καλύτερη επιλογή για τα ζευγάρια που θέλουν να δημιουργήσουν οικογένεια με όλες τις νομικές, οικονομικές και κοινωνικές εγγυήσεις και προστασίες. 
Στις άλλες χώρες του Ευρωπαϊκού νότου, το ποσοστό των παιδιών εκτός γάμου ανέρχεται στο 10% και στις Σκανδιναβικές χώρες φθάνει στο 50%, ενώ στην Ελλάδα παρατηρούνται αυξητικές τάσεις στις γεννήσεις αυτές. Ακόμα και με βάση το 5% των παιδιών, η απολύτως ελεύθερη συμβίωση έχει κοινωνικές διαστάσεις και συνέπειες και αντικειμενικά συνιστά «οικογένεια».
Σημειώνουμε πως το ποσοστό των γυναικών, στη χώρα μας, που επιλέγουν να συμβιώσουν, έστω και μία φορά, στην ηλικιακή ομάδα 18-24, έχει τριπλασιαστεί τα τελευταία 30 χρόνια (έρευνα ΕΚΚΕ). Όλο και περισσότερο, ο γάμος στην Ελλάδα, ακόμα και ο θρησκευτικός, αποτελεί την κατάληξη ενός προγενέστερου και μακροχρόνιου δεσμού, με συχνά τα φαινόμενα της ελεύθερης συμβίωσης.
Η Πολιτεία παρεμβαίνει και δημιουργεί τις προϋποθέσεις να δοθούν λύσεις σε πρακτικά προβλήματα και ανάγκες και να υπάρξουν εις στο εξής δεσμεύσεις.
Το Σύμφωνο Ελεύθερης Συμβίωσης έχει σκοπό να ρυθμίσει, να περιορίσει και να θέσει σε νέες βάσεις τις συνέπειες αυτής της δυσάρεστης πραγματικότητας.
Δεν ακολουθούμε τα αντίστοιχα Ευρωπαϊκά νομοθετήματα σε ότι αφορά στην ελεύθερη συμβίωση, αλλά αντίθετα, οι δικές μας ρυθμίσεις περιλαμβάνουν περισσότερες δικλείδες ασφαλείας και προστασίας. Τόσο σε νομικό, όσο και δικαστικό έλεγχο πλέον.
Ήδη, το ΕΔΑΔ (Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων), εφαρμόζοντας το άρθρο 8 της ΕΣΔΑ, που προστατεύει την ιδιωτική και οικογενειακή ζωή, υπάγει στο προστατευτικό πεδίο της διάταξης και την εξώγαμη συμβίωση (υποθέσεις Johnston, 18-12-1986 και Saucedo Gomez, 26-1-1999). 
Tο αίτημα για τη νομοθετική ρύθμιση της ελεύθερης συμβίωσης προσώπων, έχει οδηγήσει, ήδη, τις περισσότερες ευρωπαϊκές νομοθεσίες στη θέσπιση σχετικών νόμων.
Οι νόμοι αυτοί των ευρωπαϊκών χωρών αφορούν είτε την αναγνωρισμένη εξώγαμη συμβίωση ετερόφυλων και ομόφυλων προσώπων (Γαλλία Pacte Civil de Solidarite), Βέλγιο, με παράλληλη δυνατότητα γάμου για ομόφυλα ζεύγη, Ολλανδία, όπου προβλέπεται και γάμος για ομόφυλα ζεύγη, είτε μόνο σε ομόφυλα ζεύγη, Γερμανία, Δανία, Μεγ. Βρετανία, Νορβηγία, Σουηδία). Το προτεινόμενο σχέδιο, όμως, αφορά αποκλειστικά ετερόφυλα και όχι ομόφυλα άτομα.

2. Ο χαρακτήρας του Συμφώνου

Το σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης προσώπων, συστήνεται με συμβολαιογραφικό έγγραφο, που καταχωρίζεται σε ειδικό ληξιαρχικό βιβλίο. Με αυτό αναγνωρίζεται η δυνατότητα στα μέρη να ρυθμίσουν συμβατικά τις περιουσιακές τους σχέσεις και το ελευθέρως διαλυτό του συμφώνου τους.
            Αποτελεί μια εναλλακτική μορφή μόνιμης συμβίωσης και όχι μια μορφή «χαλαρού γάμου» και αφορά αποκλειστικά την ελεύθερη συμβίωση προσώπων.
            Όταν υπάρχει γάμος ή άλλο σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης των ενδιαφερομένων δεν μπορεί αυτοί να συνάψουν γάμο ή σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης πριν λυθούν, αμετάκλητα, ο γάμος ή το σύμφωνο. 
            Επίσης, δεν μπορεί να συναφθεί αυτό μεταξύ προσώπων, που έχουν κώλυμα να συνάψουν γάμο. Δηλαδή, δεν μπορεί να συναφθεί τέτοιο σύμφωνο μεταξύ προσώπων ανίκανων για δικαιοπραξία, συγγενών εξ αίματος, από αγχιστεία ή από υιοθεσία.
            Λύεται:
            α. με τον ίδιο τρόπο, με τον οποίο συστήνεται (δηλαδή με συμβολαιογραφικό έγγραφο), και,
            β. με τη σύναψη γάμου είτε μεταξύ των προσώπων που συμβιώνουν είτε μεταξύ ενός από αυτά και τρίτου.

3. Στόχος και περιεχόμενο των διατάξεων

Οι υποχρεώσεις που αναλαμβάνουν τα ζευγάρια εκτός γάμου, δεν είναι προσχηματικές, ακόμα και όταν το Σύμφωνο μπορεί να τερματιστεί οποιαδήποτε στιγμή. Συγκεκριμένα, οι υποχρεώσεις που αναλαμβάνονται με το Σύμφωνο, δεν είναι ανακλητές, ακόμα και όταν καταγγελθεί αργότερα, από το ένα μέρος, το οποίο θα επιθυμεί να τερματίσει τη συμβίωση αυτή. Δεν θα είναι ανακλητές λ.χ. οι αναγνωρίσεις και τα δικαιώματα των παιδιών, οι οικονομικές και περιουσιακές υποχρεώσεις που έχουν συμφωνηθεί, το δικαίωμα της εξαρτημένης γυναίκας στην ασφάλιση και μέρους της σύνταξης.
Η διαφορά μεταξύ του γάμου και της ελεύθερης συμβίωσης είναι σημαντική και θα ενεργήσει υπέρ του γάμου και ιδιαίτερα του θρησκευτικού. Κατ’ αρχήν το Σύμφωνο βάζει πλαίσια στήριξης στις σημερινές απολύτως ελεύθερες συμβιώσεις. Τις κάνει ‘λιγότερο ελεύθερες’, επιπόλαιες και άδικες. Τις συνδέει με όρους, συμφωνίες και δεσμεύσεις.
Από την άποψη αυτή, το Σύμφωνο οδηγεί τελικά πιο κοντά στην ιδέα του πραγματικά έγγαμου βίου, όπως έχει οδηγήσει ήδη η ιδέα του πολιτικού γάμου, στον θρησκευτικό γάμο, σύμφωνα με τα στοιχεία. Δεν απομακρύνει από το γάμο, όπως φοβούνται ορισμένοι, αλλά διευκολύνει την προσέγγιση προς την ιδέα του γάμου. Μειώνει την απόσταση από τον γάμο.
Γι’ αυτό, ενώ το Σύμφωνο περιλαμβάνει τα ίδια κωλύματα του γάμου, συνδέεται όμως με λιγότερα δικαιώματα ως προς τον θρησκευτικό και πολιτικό γάμο. Είτε αυτά αφορούν το θεσμό της υιοθεσίας, που δεν θα υπάρχει στο Σύμφωνο Ελεύθερης Συμβίωσης, είτε άλλα, όπως τα περιουσιακά και τα κληρονομικά δικαιώματα. Μάλιστα, σύμφωνα με απόψεις έγκριτων νομικών, η καθιέρωση του Συμφώνου και οι νομικές δεσμεύσεις που συνεπάγεται (όπως η αμοιβαία αξίωση διατροφής, η συμμετοχή στα αποκτήματα κλπ.), οδηγεί στον χαρακτηρισμό της ελεύθερης συμβίωσης, ως ψευδεπίγραφης, πλέον. Πραγματικά ελεύθερη συμβίωση, μέχρι σήμερα, ήταν η νομικώς αρρύθμιστη συμβίωση, στο πλαίσιο μιας απολύτως αδέσμευτης συμπεριφοράς της προσωπικότητας.  Τώρα, προέχει το κοινωνικό κριτήριο και οι δεσμεύσεις του.
Η όλη φιλοσοφία του Συμφώνου είναι να υπάρξει μια κατάσταση νέας ισορροπίας, εναρμόνισης, ανάμεσα στα δικαιώματα της ελεύθερης συμβίωσης και στις υποχρεώσεις που δημιουργεί. Ανάμεσα στα ατομικά δικαιώματα και στα δικαιώματα του άλλου και της κοινωνίας. Ανάμεσα στις ανάγκες της σύγχρονης κοινωνίας και στο νομικό και κοινωνικό μας πολιτισμό. Υλοποιεί με την εναρμόνιση αυτή, τον παιδευτικό ρόλο της Δικαιοσύνης στην κοινωνία, ένα καθήκον της Δικαιοσύνης, στο οποίο ο αρμόδιος υπουργός δίνει ιδιαίτερη βαρύτητα.
            Με τις ρυθμίσεις του Συμφώνου, που έχουν ως αρχή ότι στην ελεύθερη συμβίωση επικρατεί η ελευθερία της βούλησης των προσώπων και όχι ο θεσμικός χαρακτήρας, όπως συμβαίνει στο γάμο, λαμβάνεται πρόνοια και για την προστασία των αδύνατων μερών αυτής της ένωσης, που μέχρι τώρα παρέμειναν εκτός του ενδιαφέροντος του κειμένου δικαίου. Και, επιπλέον, καθιστά πλέον υπεύθυνα τα άτομα που συμβιώνουν, αφού συμβιώνουν υπό καθεστώς νομιμότητας, από το οποίο απορρέουν δικαιώματα και υποχρεώσεις τόσο έναντι αλλήλων, όσο και έναντι των παιδιών που γεννώνται μέσα σ’ αυτή τη σχέση.
            Κυρίως δε :
            α. των παιδιών, που γεννώνται σ’ αυτή τη σχέση. Αφού και γι’ αυτά,
            1. Προβλέπεται τεκμήριο πατρότητας ανάλογο με αυτό του γάμου.
            2. Ρυθμίζεται το πατρώνυμό τους και εξομοιώνονται αυτά προς τα καταγόμενα από γάμο τέκνα.
            3. Θεσμοθετείται η από κοινού, εκ μέρους των γονέων, άσκηση της γονικής τους μέριμνας και ρυθμίζεται το κληρονομικό τους δικαίωμα).
            β. των γυναικών που συμβιώνουν, ελεύθερα, με άτομα του αντιθέτου φύλου και, λόγω της αδυναμίας τους να εργαστούν, για διαφόρους λόγους, δεν έχουν κανένα συνταξιοδοτικό και ασφαλιστικό δικαίωμα. Τώρα, με την εισαγωγή των νέων ρυθμίσεων :
            1. Μπορεί να εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις του εργατικού, ασφαλιστικού, συνταξιοδοτικού και δημοσιοϋπαλληλικού δικαίου, που αναφέρονται σε συζύγους, ώστε να μην υπάρχει άνιση (και, συνεπώς, άδικη και ανεπιεικής) νομική μεταχείριση των προσώπων, τα οποία συμβιώνουν μεν εκτός γάμου αλλά ουσιαστικά ζουν, υπό συνθήκες έγγαμης συμβίωσης και το μόνο στοιχείο που λείπει είναι η τυπική σύναψη του γάμου.
            2. Αίρονται οι κοινωνικές αδικίες και ανισότητες, που δημιουργεί, σ’ αυτές, η μέχρι σήμερα απουσία τέτοιων διατάξεων από το δικαιϊκό μας σύστημα, που δεν αναγνωρίζει, για όσους συμβιώνουν εκτός γάμου, επωφελείς ρυθμίσεις, όπως οι εισαγόμενες.
            3. Αναγνωρίζεται δικαίωμα διατροφής μετά τη λύση του συμφώνου, με παράλληλη προστασία του δικαιώματος διατροφής του συζύγου ή των ανηλίκων τέκνων από προηγούμενο, του συμφώνου, γάμο.
            4. Θεσπίζεται κληρονομικό δικαίωμα, εξ αδιαθέτου, του επιζώντος συντρόφου.
5. Αναστέλλεται, όπως και για το γάμο, η παραγραφή των μεταξύ των συμβιούντων αξιώσεων (από αποκτήματα κλπ.), κατά τη διάρκεια της ισχύος του συμφώνου, όχι όμως πέρα από δέκα πέντε χρόνια, ώστε να διευκολύνεται η επιδίωξη ικανοποιήσεώς τους μετά τη λύση του, όπως συμβαίνει και μεταξύ των συζύγων κατά τη διάρκεια του γάμου.
            Επιτρέπεται, ακόμη, η ταυτόχρονη ή διαδοχική υιοθεσία από πρόσωπα που έχουν καταρτίσει σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης. 

4. Ισχύον Δίκαιο και ελεύθερη συμβίωση

Το ισχύον νομικό πλαίσιο του οικογενειακού δικαίου δεν ρυθμίζει νομικά εκτός γάμου συμβιώσεις, δεδομένου ότι παλαιότερα τόσο η κοινωνική συνείδηση όσο και ο νόμος αποδοκίμαζαν την εξώγαμη συμβίωση.
Συγκεκριμένα :
            α. δεν καλύπτει και δεν προστατεύει, τα δικαιώματα των παιδιών, που γεννώνται σε εκτός γάμου συμβιώσεις, αφού όταν αυτά δεν αναγνωρίζονται από τον πατέρα οι μητέρες, που τα εκπροσωπούν υποχρεώνονται, πολλές φορές, να καταφεύγουν σε μακροχρόνιους και επίπονους δικαστικούς αγώνες για την αναγνώρισή τους, με ότι αυτό συνεπάγεται για, την ομαλή ανάπτυξη της προσωπικότητας, τον ψυχισμό και τη διαμόρφωση του χαρακτήρα των παιδιών.
            β. Δεν επιτρέπει τη θεσμοθέτηση διατάξεων, που είναι αναγκαίες για την ίση μεταχείριση και κοινωνική προστασία των προσώπων που επιλέγουν την εναλλακτική αυτή μορφή συμβίωσης, αντί το γάμο, ώστε να εφαρμόζονται ανάλογα και στις περιπτώσεις αυτές, οι διατάξεις του εργατικού, ασφαλιστικού, συνταξιοδοτικού και δημοσιοϋπαλληλικού δικαίου, ώστε να μην υπάρχει άνιση (και, συνεπώς, άδικη και ανεπιεικής) νομική μεταχείριση των προσώπων αυτών, που συμβιώνουν σαν να τελούν, ουσιαστικά, όπως σημειώθηκε, υπό καθεστώς γάμου.
            γ. Δεν προβλέπει κληρονομικά δικαιώματα ή δικαιώματα διατροφής όσων συμβιώνουν εκτός γάμου.

5. Η προστασία των αδυνάτων προσώπων στην ελεύθερη συμβίωση

Η νομοθετική αυτή πρωτοβουλία, στοχεύει  στην κάλυψη αναγκών της σύγχρονης κοινωνικής πραγματικότητας, που απορρέουν από τις ολοένα αυξανόμενες και στη χώρα μας, περιπτώσεις ελεύθερης συμβίωσης, που μέχρι τώρα μένουν αρρύθμιστες και εκτός δικαίου.
Ειδικότερα, αποσκοπεί :
            α. στην προστασία των παιδιών, που γεννώνται στη διάρκεια των συμβιώσεων αυτών.
            β. στην διασφάλιση των κληρονομικών δικαιωμάτων στα πρόσωπα αυτά, που ζουν και δημιουργούν μαζί, έχοντας αποκτήσει παιδιά και κοινές υποχρεώσεις.
            γ. στη ρύθμιση των περιουσιακών και οικονομικών, εν γένει, σχέσεων των προσώπων που έχουν συνάψει τέτοιο σύμφωνο, τόσο κατά τη διάρκεια αυτού, όσο και μετά τη λύση του και περιορίζονται σημαντικά οι δικαστικές διενέξεις και αντιδικίες, με τέτοιο αντικείμενο.
δ. στην άρση των ανισοτήτων και των κοινωνικών αδικιών στα ασφαλιστικά και συνταξιοδοτικά δικαιώματα των προσώπων αυτών, που αναγνωρίζονται όπως και στο γάμο.
ε. στη δυνατότητα για από κοινού ταυτόχρονη ή διαδοχική υιοθεσία και στο ζεύγος που συμβιώνει, με την περαιτέρω πρόβλεψη, για προστασία των συμφερόντων του θετού τέκνου, αυτή να παραμένει ισχυρή, ακόμη και αν το σύμφωνο είναι άκυρο ή αν αυτό, μεταγενέστερα, για οποιοδήποτε λόγο, ακυρωθεί, ώστε οι υιοθετούμενοι να μη βρεθούν σε μετέωρη νομικά κατάσταση.
            Και όλα αυτά ρυθμίζονται, χωρίς να πλήττεται ο θεσμός του γάμου και της από αυτόν απορρέουσας οικογένειας, αφού το εισαγόμενο με τις ρυθμίσεις αυτές οικογενειακό μόρφωμα, σε καμία περίπτωση, δεν εξομοιώνεται πλήρως με το γάμο, ούτε τον υποκαθιστά, αλλά αποσκοπεί στη ρύθμιση μιας υφισταμένης κοινωνικής πραγματικότητας, από την εκτός γάμου συμβίωση και στην εξομάλυνση και άρση των αδικιών και ανισοτήτων που παραπάνω αναφέρθηκαν, οι οποίες δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν με τις ισχύουσες ρυθμίσεις για το οικογενειακό δίκαιο.

6. Οι διαφορές Συμφώνου Ελεύθερης Συμβίωσης και Γάμου

α. Ως προς τον τρόπο σύναψης
           
Το σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης προσώπων, συστήνεται μόνο με συμβολαιογραφικό έγγραφο, που καταχωρίζεται σε ειδικό ληξιαρχικό βιβλίο.
Ο γάμος θρησκευτικός ή πολιτικός, συνάπτεται κατά τους προβλεπόμενους και γνωστούς, σε όλους τύπους.

β. Ως προς τη ρύθμιση των περιουσιακών στοιχείων
Με το σύμφωνο αναγνωρίζεται η δυνατότητα στα μέρη να ρυθμίσουν συμβατικά τις περιουσιακές τους σχέσεις και το ελευθέρως διαλυτό του συμφώνου τους. Επίσης, σε αντίθεση με το γάμο, δεν αναγνωρίζεται τεκμήριο συμμετοχής στα αποκτήματα.
Στο γάμο οι περιουσιακές σχέσεις δεν μπορούν να ρυθμιστούν συμβατικά, εκ των προτέρων, με συμφωνία μεταξύ των συζύγων.

γ. Ως προς τα κληρονομικά δικαιώματα
             Στο σύμφωνο το κληρονομικό δικαίωμα του επιζώντος συντρόφου εξ αδιαθέτου και νόμιμης μοίρας είναι περιορισμένο σε σχέση με αυτό του επιζώντος συζύγου στο γάμο (το ήμισυ που αναγνωρίζεται στο γάμο).

δ. Ως προς τη διατροφή
            Με το σύμφωνο μπορεί να συμφωνηθεί υποχρέωση διατροφής των συμβιούντων, αποκλειστικά και μόνο όταν μετά τη λύση του υπάρχει αδυναμία αυτοδιατροφής του ενός μέρους. Η υποχρέωση αυτή, όμως, έπεται όταν ο υπόχρεος σε διατροφή βαρύνεται με υποχρέωση διατροφής συζύγου (από προηγούμενο γάμο) ή ανηλίκων τέκνων.
            Κατά τη σύναψη του γάμου δεν προβλέπονται τέτοιου είδους συμφωνίες.

ε. Ως προς τη λύση  
Το σύμφωνο λύεται με συμβολαιογραφικό έγγραφο, με μονομερή συμβολαιογραφική δήλωση που κοινοποιείται στον άλλο με δικαστικό επιμελητή ή αυτοδικαίως με τη σύναψη γάμου είτε μεταξύ των προσώπων που συμβιώνουν είτε μεταξύ ενός από αυτά και τρίτου.
Ο γάμος λύεται μόνο με δικαστική απόφαση για το διαζύγιο.

Το Υπουργείο Δικαιοσύνης πιστεύει ότι οι συνθήκες στην Ελληνική κοινωνία είναι πλέον ώριμες για να γίνει αποδεκτή από την κοινή γνώμη μια τέτοια προοδευτική μεταρρύθμιση. Οι ρυθμίσεις αυτές εντάσσονται σ’ ένα σύνολο πρωτοβουλιών του Υπουργείου Δικαιοσύνης, για τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις στην οικογένεια και στην κοινωνία, οι οποίες περιλαμβάνουν νέες διατάξεις για την ενίσχυση του θεσμού της υιοθεσίας και για το διαζύγιο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ
Tροποποίηση διατάξεων του Αστικού Κώδικα για την υιοθεσία, το διαζύγιο, το επώνυμο των συζύγων και τη γονική μέριμνα.

1. ΥΙΟΘΕΣΙΑ : Με την τροποποίηση του άρθρου 1552 ΑΚ διευκρινίζεται ότι, αν οι περιπτώσεις α-ε συντρέχουν στο πρόσωπο του ενός μόνον εκ των γονέων, η δικαστική απόφαση αναπληρώνει τη συναίνεση μόνον αυτού του γονέα, ενώ ο άλλος πρέπει να παρίσταται και να συναινεί.
   Τούτο θα προέκυπτε και χωρίς τη συμπλήρωση, από το κείμενο του άρθρου 1552, παρίσταται όμως η ανάγκη να διασαφηνιστεί τούτο ιδίως για τις περιπτώσεις εγγάμων γυναικών που προτίθενται να προσφέρουν προς υιοθεσία το τέκνο τους.
   Αν το τέκνο γεννήθηκε εντός γάμου και έχει υπέρ αυτού το τεκμήριο πατρότητας έστω και αν βιολογικά δεν κατάγεται από το σύζυγο της μητέρας, η συγκατάθεση του τεκμαιρόμενου πατέρα είναι απαραίτητη, εκτός αν έχει ευδοκιμήσει αγωγή προσβολής της πατρότητας ή συντρέχουν στο πρόσωπο του τεκμαιρόμενου πατέρα οι περιπτώσεις β-ε, οπότε αυτή αναπληρώνεται.
   Αν βεβαίως το παιδί γεννήθηκε εκτός γάμου και δεν έχει αναγνωρισθεί, ο νομικός δεσμός με τον πατέρα είναι ανύπαρκτος, άρα απαιτείται μόνον συναίνεση της μητέρας. Αν στο πρόσωπό της συντρέχουν οι περιπτώσεις β-ε, τότε μπορεί να αναπληρωθεί η συναίνεσή της.
Η προτεινόμενη τροποποίηση της περιπτώσεως γ΄ του άρθρου 1552 ΑΚ έχει σκοπό να διευκολύνει τη διαδικασία της υιοθεσίας στην περίπτωση που οι φυσικοί γονείς του υιοθετούμενου, κατόπιν της παροχής της γενικής εξουσιοδότησης του άρθρου 1554 ΑΚ, κατέστησαν άγνωστης διαμονής και, κατά συνέπεια, είναι αδύνατο να συναινέσουν ενώπιον του Δικαστηρίου σύμφωνα με το άρθρο 1550 ΑΚ για την ολοκλήρωση της υιοθεσίας. Το Δικαστήριο, με απόφαση του, θα δύναται να αναπληρώσει τη συναίνεση τους, υπό την απαραίτητη προϋπόθεση της απόδειξης ενώπιον του Δικαστηρίου ότι κατέστησαν αγνώστου διαμονής, μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας για παροχή της γενικής εξουσιοδότησης του άρθρου 1554 ΑΚ.
    Με την προτεινόμενη προσθήκη, πέραν της διευκόλυνσης και επιτάχυνσης της υιοθεσίας, λαμβάνεται υπόψη και η ανάγκη προστασίας των δικαιωμάτων του παιδιού, με σκοπό τη μικρότερη δυνατή παραμονή του σε ίδρυμα και την ταχεία ένταξή του στη θετή οικογένεια.
    Έτσι, αν αποδεικνύεται ότι οι φυσικοί γονείς κατέστησαν άγνωστης διαμονής κατόπιν της παροχής της γενικής εξουσιοδότησης του άρθρου 1554 ΑΚ και είναι αδύνατο να συναινέσουν οι ίδιοι ενώπιον του δικαστηρίου, όπως ορίζει το άρθρο 1550 ΑΚ, συντρέχει λόγος δικαστικής αναπλήρωσης της συναίνεσης τους για την υιοθεσία του τέκνου τους.
    Οπότε, συμπερασματικά, αν μεν οι φυσικοί γονείς είναι εξαρχής άγνωστοι, εφαρμόζεται η περ. α του άρθρου 1552- αν πρόκειται για γνωστούς γονείς, άγνωστης διαμονής, που δεν έχουν δώσει γενική εξουσιοδότηση (η οποία άλλωστε απαιτείται μόνο στις περιπτώσεις που προβλέπει το άρθρο 1554 ΑΚ), η συναίνεσή τους αναπληρώνεται βάσει της περ. γ, όπως ίσχυε μέχρι σήμερα- αν, τέλος, οι γονείς είναι γνωστοί, και έχουν δώσει την απαιτούμενη από το άρθρο 1554 γενική εξουσιοδότηση, αλλά στη συνέχεια χάθηκαν και κατέστησαν αγνώστου διαμονής, τότε, από τώρα και  στο εξής,  θα αναπληρώνεται  η  συναίνεση τους βάσει  της προτεινόμενης τροποποίησης της περ. γ.
    Μη αναπλήρωση της συναίνεσης των εκ των υστέρων αγνώστου διαμονής γονέων και στήριξη της διαδικασίας μόνο στη δοθείσα γενική εξουσιοδότηση θα εσήμαινε παράκαμψη της συναίνεσης των φυσικών γονέων και θα προσέκρουε στις επιταγές του Συντάγματος (άρθρο 5§1), ως αποτελούσα υπέρμετρη δέσμευση της ελευθερίας τους. Επί πλέον θα ήταν αντίθετη προς τα άρθρα 9 και 21 της Διεθνούς Σύμβασης για τα δικαιώματα του παιδιού.
    Θα πρέπει εξάλλου να ληφθεί υπόψη και το Σχέδιο του Συμβουλίου της Ευρώπης (του οποίου επίκειται η ψήφιση από τα Κράτη μέλη) για την αναθεώρηση της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την υιοθεσία ανηλίκων του 1967, το άρθρο 5 του οποίου προβλέπει την ύπαρξη ισχυρής, μη ανακληθείσας συναίνεσης των γονέων κατά την τέλεση της υιοθεσίας.
Με την τροποποίηση του άρθρου 1553 ΑΚ δίδεται η ευχέρεια στο δικαστήριο που αποφασίζει για την αναπλήρωση της συναίνεσης των φυσικών γονέων ή του επιτρόπου, να ζητήσει την γνώμη των πλησιέστερων συγγενών του προς υιοθεσία ανηλίκου.
Η καθιέρωση δυνατότητας ακρόασης των πλησιέστερων συγγενών και όχι  υποχρέωσης ακρόασής τους – όπως προέβλεπε το άρθρο 1553 ΑΚ προ της προτεινόμενης τροποποίησής του – συμβαδίζει αφ’ ενός με τα γενικώς ισχύοντα κατά την εκδίκαση της σχετικής αιτήσεως (εκούσια δικαιοδοσία), αφετέρου δε με την πρακτική ανάγκη να εκτιμήσει το δικαστήριο σε κάθε περίπτωση χωριστά, αν είναι σκόπιμη η ακρόαση των συγγενών. Το δικαστήριο θα κρίνει σταθμίζοντας την εγγύτητα της συγγένειας, την ουσιαστική σχέση με τον μη συναινούντα γονέα, τη μυστικότητα της υιοθεσίας, την ανάγκη προστασίας και το συμφέρον του ανηλίκου, αλλά και την ανάγκη προστασίας της προσωπικότητας του μη συναινούντος γονέως κλπ.
Αν εκτιμήσει ότι είναι σκόπιμη η ακρόαση των συγγενών, θα διατάξει την ακρόασή τους, αν είναι εφικτή. Αν όχι, θα την παραλείψει και θα προχωρήσει στην αναπλήρωση της ελλείπουσας συναίνεσης, χωρίς να ακροασθεί τους συγγενείς.
 4. Το άρθρο 1565 τροποποιήθηκε ώστε, παράλληλα προς τη δυνατότητα της προσθήκης και νέου κυρίου ονόματος του θετού τέκνου του άρθρου 1565 ΑΚ προβλέπεται πλέον και η δυνατότητα  απάλειψης του κυρίου ονόματος που έφερε το τέκνο προ της υιοθεσίας, εφ’ όσον όμως η απάλειψη είναι προς το συμφέρον του τέκνου. Τούτο θα συμβαίνει ιδίως αν το τέκνο προ της υιοθεσίας έφερε όνομα το οποίο ηχεί ξένο προς την κοινωνική πραγματικότητα παραπέμποντας στην καταγωγή του τέκνου, προδίδοντας έτσι την υιοθεσία και παραβιάζοντας την μυστικότητά της.
Η ευχέρεια αυτή μπορεί να ασκηθεί μεταξύ δύο χρονικών ορίων : Το πρώτον μετά την τέλεση της υιοθεσίας, διότι κρίθηκε επικίνδυνο δια της αποφάσεως της υιοθεσίας να αλλάξουν δια μιας όλα τα στοιχεία της αστικής ταυτότητας του θετού τέκνου (επώνυμο και όνομα). Αλλά εντός έτους από την τελεσιδικία της αποφάσεως, ώστε να αίρεται η εκκρεμότητα περί την αστική ταυτότητα του τέκνου, και να εντάσσεται αυτό πλέον ομαλώς στη θετή οικογένεια και το λοιπό κοινωνικό περιβάλλον (σχολείο κλπ.). Η προθεσμία του έτους αφορά την υποβολή της αιτήσεως για την απάλειψη του ονόματος.
    Δηλαδή σύμφωνα με το τροποποιημένο άρθρο 1565 ο θετός γονέας έχει την ευχέρεια κατά τη δίκη της υιοθεσίας να προσθέσει και άλλο κύριο όνομα (με την επιφύλαξη της παρ. 2). Και εντός έτους από την τέλεση της υιοθεσίας μπορεί να ζητήσει, εφόσον το επιθυμεί και τούτο είναι προς το συμφέρον του τέκνου, την απάλειψη του κύριου ονόματος που έφερε ο υιοθετούμενος προ της υιοθεσίας, ώστε να παραμείνει μόνον το κύριο όνομα που προστέθηκε κατά την υιοθεσία. Αρμόδιο δικαστήριο είναι το δικαστήριο της υιοθεσίας.
    Με την μεταβατική διάταξη δίδεται η ευχέρεια απάλειψης κύριου ονόματος και για τις ήδη τελεσθείσες υιοθεσίες, εφ’ όσον κατατεθεί η σχετική αίτηση εντός  2 ετίας από της ισχύος του νόμου.
Με την προσθήκη δεύτερου εδαφίου στην § 1 του άρθρου 800 ΚΠολΔ ρυθμίζεται το ζήτημα της διεθνούς δικαιοδοσίας των ημεδαπών δικαστηρίων στις περιπτώσεις εκείνες που δεν υφίσταται μεν ο σύνδεσμος της συνήθους διαμονής του υιοθετούντος ή του υιοθετουμένου στην ελληνική επικράτεια, ωστόσο οι τελευταίοι ή ένας από αυτούς έχουν την ελληνική ιθαγένεια. Κρίνεται σκόπιμη η θέσπιση της ελληνικής ιθαγένειας ως συνδέσμου θεμελιωτικού της διεθνούς δικαιοδοσίας, ο οποίος ευρίσκεται σε διαζευκτική συρροή με τον σύνδεσμο της συνήθους διαμονής του υιοθετούντος ή του υιοθετουμένου, αφού με τον τρόπο αυτό καθίσταται δυνατή η τέλεση υιοθεσίας ενώπιον των ημεδαπών δικαστηρίων όταν οι συμμετέχοντες που συνδέονται με τον δεσμό της ιθαγένειας με την ελληνική έννομη τάξη.
Η τροποποίηση του άρθρου 7 ν. 2447/1996 κρίνεται απαραίτητη, καθώς η έννοια του εύλογου χρόνου για την ανακοίνωση της παράδοσης του προς υιοθεσία παιδιού στους υποψήφιους θετούς γονείς, στην αρμόδια κοινωνική υπηρεσία, η οποία είχε καθιερωθεί, δημιουργούσε ερμηνευτικά προβλήματα στην διοικητική πρακτική, τα οποία με την προτεινόμενη θέσπιση της αποκλειστικής προθεσμίας ενός μηνός, θα αποφευχθούν.
 Η παρούσα τροποποίηση επιλύει το πρόβλημα που είχε παρουσιαστεί από την μέχρι σήμερα ρύθμιση της παρ. 2 του άρθρου 4 π.δ. 226/1999, σύμφωνα με το οποίο στην περίπτωση της μη αποστολής στοιχείων του υιοθετούμενου παιδιού, ιδίως του κοινωνικού και ιατρικού ιστορικού του, η ελληνική κοινωνική υπηρεσία υποχρεούνταν στην αποστολή αρνητικής έκθεσης για τους υποψήφιους θετούς γονείς. Η προτεινόμενη ρύθμιση προβλέπει την μη αποστολή της έκθεσης, αντί της υποχρέωσης αποστολής αρνητικής έκθεσης, προκειμένου έτσι να διασφαλίζονται τα συμφέροντα των υποψήφιων θετών γονέων του υιοθετούμενου αλλά και η δημόσια τάξη.

2. ΔΙΑΖΥΓΙΟ : Mε το άρθρο 19 του παρόντος σχεδίου νόμου, προβλέπεται ότι ο ισχυρός κλονισμός του γάμου τεκμαίρεται αμάχητα όταν οι σύζυγοι βρίσκονται σε διάσταση από δύο, τουλάχιστον, χρόνια. Η ρύθμιση αυτή κατέστη αναγκαία, μετά τη διαπίστωση από την εφαρμογή της ρύθμισης της τετραετούς διάστασης ως αμάχητου τεκμηρίου, με το άρθρο 16 του Νόμου 1329/1983, ότι ο τελικός χρόνος λύσης του γάμου, στην πραγματικότητα, βραδύνει και στις περισσότερες των περιπτώσεων υπερβαίνει την εξαετία. Τούτο, οφείλεται κυρίως στη μεγάλη αύξηση του φόρτου των υποθέσεων στα δικαστήρια, που μεσολάβησε από την εφαρμογή του ως άνω νόμου και ιδίως τα τελευταία χρόνια, μέχρι σήμερα. Στην εξομάλυνση της καταστάσεως αυτής και τη λύση του γάμου με βάση τον παραπάνω λόγο μέσα σε εύλογο χρόνο, λαμβανομένων υπόψη των ως άνω συνθηκών, αποσκοπεί η ρύθμιση αυτή, που ορίζει το χρόνο της διάστασης, ως αμάχητο τεκμήριο ισχυρού κλονισμού του γάμου, σε δύο χρόνια.

3. ΕΠΩΝΥΜΟ ΣΥΖΥΓΟΥ : Με το άρθρο 20 αυτού του σχεδίου νόμου τροποποιείται το άρθρο 1388 Α Κ. Με βάση την ήδη ισχύουσα ρύθμιση, η γυναίκα διατηρεί και μετά το γάμο το επώνυμό της και μόνο στις κοινωνικές σχέσεις μπορεί να χρησιμοποιεί και το επώνυμο του συζύγου της. Ωστόσο μετά τη διαγραφή, αρχικά από τα διαβατήρια και κατόπιν από τις ταυτότητες, του ονόματος του συζύγου είναι πολύ δύσκολο στα νόμιμα ζεύγη να αποδείξουν, ταξιδεύοντας κυρίως στο εξωτερικό, ότι είναι καθ’ όλα νόμιμα ζεύγη και όχι παράνομα, με αποτέλεσμα να ταλαιπωρούνται, κατά τη διενέργεια διαφόρων συναλλαγών. Με την εισαγόμενη ρύθμιση, προς άρση των εμφανιζομένων προβλημάτων, παρέχεται η δυνατότητα στους συζύγους να έχουν το ίδιο επώνυμο, εάν φυσικά αμφότεροι το επιθυμούν.

4. ΓΟΝΙΚΗ ΜΕΡΙΜΝΑ : Στο  ισχύον σήμερα δίκαιο προβλέπεται ότι κατά μεν τη διάρκεια του γάμου η γονική μέριμνα των ανηλίκων ασκείται από κοινού από τους δύο γονείς του ανηλίκου εφόσον αυτοί ζουν, μετά όμως τη λύση ή ακύρωση του γάμου ή τη διάσταση των γονέων, η άσκηση της γονικής μέριμνας ανατίθεται από το δικαστήριο στον έναν εκ των γονέων.
Δυνατότητα ανάθεσης από το δικαστήριο της άσκησης της γονικής μέριμνας και στους δύο γονείς από κοινού προβλέπεται κατά το ισχύον δίκαιο, εφόσον οι γονείς έχουν συμφωνήσει στον τόπο διαμονής του τέκνου.
Η ισχύουσα ρύθμιση αντιβαίνει στην αρχή προστασίας του συμφέροντος του ανηλίκου και η θεωρία ήδη από μακρού την έχει καταδικάσει, προτείνοντας την συνέχιση άσκησης της γονικής μέριμνας από τους δύο γονείς και μετά το διαζύγιο, διάσταση ή ακύρωση του γάμου.
Προς αυτήν την κατεύθυνση έχουν τροποποιηθεί οι ευρωπαϊκές νομοθεσίες ήδη κατά την προηγούμενη 10ετία.
Με την προτεινόμενη ρύθμιση προβλέπεται ότι μετά τη λύση, ακύρωση του γάμου ή τη διάσταση των συζύγων, η γονική  μέριμνα εξακολουθεί να ασκείται από τους δύο συζύγους από κοινού. Δηλαδή καθιερώνεται, ενιαίως και ανεξάρτητα από την ύπαρξη της έγγαμης συμβίωσης, ως νόμιμο σύστημα άσκησης της γονικής μέριμνας η από κοινού άσκηση της γονικής μέριμνας εκ μέρους των γονέων (συνεπιμέλεια του προσώπου, συνδιαχείριση της περιουσίας και συνεκπροσώπηση του ανηλίκου).
    Το προτεινόμενο πλαίσιο επιβάλλεται από τη διεθνή σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα του παιδιού (1989) άρθρα 18 και 4, την οποία έχει κυρώσει η χώρα μας με τον ν. 2101/1992, τη Σύμβαση του Στρασβούργου 2003 για τις προσωπικές  σχέσεις των τέκνων και τον Κανονισμό των Βρυξελλών ΙΙ (bis) (άρθρ. 41) και συμπλέει προς τις νεώτερες ευρωπαϊκές νομοθεσίες οι οποίες επίσης έχουν τροποποιηθεί  (Γαλλία, 1993, Γερμανία 1997). Το νέο σύστημα επιτρέπει στους γονείς να εκπληρώσουν ενεργά τον γονικό τους ρόλο, εξασφαλίζοντας την παρουσία και των δύο γονέων στην ζωή και ανατροφή του παιδιού (συνεκπροσώπηση, συνδιαχείριση και συνεπιμέλεια) όπως ήδη δέχεται η θεωρία (Κουμάντος, ΟικΔ ΙΙ  1989, σ. 185 · Κουνουγέρη-Μανωλεδάκη, ΟικΔ3 2003 σ. 280. Παπαχρίστου, ΟικΔ3, 2005, σ. 319, 355.. Αγαλλοπούλου στον Γεωργιάδη-Σταθόπουλου ΑΚ2 1513-1514 αρ. 45-87 . επ.) «παρέχοντας στο παιδί βάσιμα την εντύπωση συνέχειας στην προηγούμενη κοινή γονική παρουσία, παρά το διαζύγιο» (Παπαχρίστου, Αρμ. 1985, σ. 100 επ.).
Στο άρθρο 1513 ΑΚ τίθεται η νέα ρύθμιση (κοινή άσκηση της γονικής μέριμνας μετά το διαζύγιο) ως κανόνας και στο άρθρο 1514 ορίζεται τί συμβαίνει, αν ο κανόνας δεν λειτουργήσει, αν δηλαδή, παρότι ο νόμος προβλέπει την από κοινού άσκηση της γονικής μέριμνας και μετά το διαζύγιο, οι γονείς δεν μπορούν να συνεργασθούν. Τότε, το δικαστήριο μπορεί να προχωρήσει στην ανάθεση της άσκησης της γονικής μέριμνας εν όλω ή εν μέρει στον έναν εκ των γονέων ή σε τρίτον.
Τεχνικά, συνενώθηκαν τα παλαιά άρθρα 1513 και 1514 του ΑΚ. Κρίθηκε ότι η συνένωση δεν αλλοιώνει το νόημα των διατάξεων εφόσον το δεύτερο ουσιαστικά παρέπεμπε καθ’ ολοκληρία στο πρώτο και απελευθερώσει τον αριθμό 1514 για την νέα ρύθμιση. ΄Ετσι, στο νέο άρθρο 1513 ρυθμίζεται ενιαίως η άσκηση της γονικής μέριμνας σε περίπτωση διαζυγίου και ακύρωσης γάμου (ως το παλαιό 1513) αλλά και σε περίπτωση διάστασης (παλαιό 1514). Υπό τον αριθμό 1514 τέθηκε η νέα ρύθμιση για την με δικαστική απόφαση ανάθεση της άσκησης εν όλω ή εν μέρει της γονικής μέριμνας στον έναν εκ των γονέων.
Μετά τη νέα προτεινόμενη ρύθμιση για την ενιαία αντιμετώπιση της άσκησης γονικής μέριμνας θα ήταν σκόπιμο να αναδιαρθωθεί όλη η ύλη του ΑΚ σχετικά με την γονική μέριμνα. Έτσι, θα έπρεπε τεχνικά να υπάρχει μόνον ο κανόνας της κοινής άσκησης (κατά την διάρκεια του γάμου και μετά την παύση της συμβίωσης, δηλ. το άρθρο 1510) και ειδικό άρθρο για την ανάθεση της άσκησης της γονικής μέριμνας στον έναν γονέα κλπ., μία διάταξη για τα κριτήρια του δικαστηρίου, όταν τούτο επιλαμβάνεται θεμάτων γονικής μέριμνας να αναδιαρθρωθεί το άρθρο 1532 ΑΚ κ.ο.κ. Ωστόσο οι μεταβολές περιορίστηκαν στο απολύτως αναγκαίο μέτρο και δεν γίνεται ευρεία τροποποίηση, προκειμένου να παγιωθεί η νέα ρύθμιση στην δικαστηριακή πράξη.

ΙΙ.  Στο άρθρο 1513 καθιερώνεται ο κανόνας: κοινή άσκηση γονικής μέριμνας και μετά το διαζύγιο, ακύρωση του γάμου ή τη διάσταση.
Από το γεγονός όμως ότι οι γονείς, λόγω του διαζυγίου, της ακύρωσης του γάμου ή της διάστασης δεν ζουν πλέον μαζί, ανακύπτει η ανάγκη να καθοριστεί με ποιόν από τους δύο γονείς θα διαμένει το τέκνο. Κατά την προτεινόμενη διάταξη, αυτό οφείλουν να το καθορίσουν οι γονείς με συμφωνία τους. Επίσης οι γονείς αποφασίζουν  για τον τόπο διαμονής του παιδιού αλλά και για την άσκηση του δικαιώματος επικοινωνίας του γονέα με τον οποίο δεν διαμένει το παιδί.
Ειδικά για τον τόπο κατοικίας του ανηλίκου, θεωρήθηκε σκόπιμο να υπάρχει πρόβλεψη στη συμφωνία των γονέων, προκειμένου να αποφευχθεί η αλλαγή του τόπου κατοικίας του ανηλίκου, λόγω αλλαγής της κατοικίας του γονέα με τον οποίο τούτο διαμένει. Έτσι ο γονέας με τον οποίο διαμένει το παιδί, εφόσον έχει συμφωνήσει με τον άλλο γονέα να κατοικεί σε μια συγκεκριμένη πόλη με τον ανήλικο, δεν μπορεί να προβάλει ως λόγο αλλαγής της κατοικίας του ανηλίκου την αλλαγή της δικής του κατοικίας. Είναι βεβαίως ελεύθερος να αλλάξει κατοικία ο ίδιος, αλλά παραβιάζει την συμφωνία του για τον ανήλικο, πράγμα που επιφέρει συνέπειες ουσιαστικού δικαίου. Επομένως για την αλλαγή του τόπου κατοικίας απαιτείται ή (νέα) συμφωνία με τον άλλο γονέα (ή δικαστική απόφαση).
Οι γονείς δεν έχουν υποχρέωση να συμφωνήσουν για άλλα θέματα που ανακύπτουν εξαιτίας της διάστασης, διαζυγίου, ακύρωσης του γάμου (π.χ. διατροφή). Γι’ αυτά, εξακολουθεί να ισχύει η μέχρι τώρα ρύθμιση.
Η συμφωνία των γονέων περιβάλλεται τον συμβολαιογραφικό τύπο. Αν δεν επιτευχθεί συμφωνία, επειδή πρόκειται για θέμα για το οποίο είναι αναγκαίο να ληφθεί απόφαση για τον ανήλικο, αποφασίζει το δικαστήριο, σύμφωνα με την ισχύουσα μέχρι τώρα ρύθμιση για την ύπαρξη διαφωνίας σε περίπτωση της από κοινού άσκησης της γονικής μέριμνας συνεστώτος του γάμου (1512 ΑΚ). Επίσης, το δικαστήριο αποφασίζει όταν οι γονείς στερούνται δικαιοπρακτικής ικανότητας.
Επομένως, νόμιμο σύστημα μετά τη λύση ή ακύρωση ή την διάσταση του γάμου, είναι η κοινή άσκηση της γονικής μέριμνας. Αποσυνδέθηκε δηλαδή η άσκηση της γονικής μέριμνας που αφορά το παιδί, από την συμβίωση ή την ύπαρξη γάμου μεταξύ των γονέων του.
Όπως αναφέρθηκε, σε περίπτωση διαφωνίας επιλαμβάνεται το δικαστήριο. Τούτο δεν μπορεί από την αρχή να αναθέσει την άσκηση της γονικής μέριμνας στον ένα γονέα, ορίζει μόνον  τον τόπο κατοικίας του ανηλίκου (δηλαδή την πόλη στην οποία τούτο κατοικεί), τον γονέα με τον οποίο τούτο συγκατοικεί και τον τρόπο άσκησης της επικοινωνίας του παιδιού με τον άλλο γονέα.
Οι γονείς κατά τον νόμο και μετά τη λύση, ακύρωση γάμου ή την διάσταση συνασκούν την γονική μέριμνα (συνεπιμέλεια και συνδιαχείριση της περιουσίας του ανηλίκου και συνεκπροσώπηση).
Κανόνας είναι η συναπόφαση για κάθε θέμα που αφορά τον ανήλικο. Παραταύτα, από τη συγκατοίκηση με τον έναν γονέα, προκύπτει η ανάγκη να έχει ο γονέας αυτός μόνος του το δικαίωμα να αποφασίζει και να ενεργεί για τις καθημερινές, επαναλαμβανόμενες πράξεις φροντίδας που δεν επιδρούν αυτοτελώς στην ανάπτυξη του ανηλίκου. Έτσι, ο συγκατοικών γονέας αποφασίζει, σύμφωνα με την προτεινόμενη διάταξη, για τις επαναλαμβανόμενες, καθημερινές πράξεις. Για όλες τις υπόλοιπες ενέργειες ισχύει ο κανόνας της συναπόφασης. Και οι δύο γονείς αποφασίζουν π.χ. αν και ποιά ξένη γλώσσα και που, θα παρακολουθήσει ο ανήλικος. Και οι δύο γονείς ενημερώνονται για την επίδοση του ανηλίκου στο σχολείο, αποφασίζουν, αν χρειάζεται ενισχυτική διδασκαλία για τα μαθήματά του ο ανήλικος· αλλά μόνος ο συγκατοικών θα επιβλέπει, αν ο ανήλικος παρακολουθεί καθημερινά τα πρόσθετα μαθήματα ή πότε επιστρέφει στο σπίτι · ο συγκατοικών γονέας θα καθορίζει  τη διατροφή του ανηλίκου, αλλά και οι δύο γονείς, αν π.χ. χρειασθεί επιστημονική παρακολούθηση της διατροφής του ανηλίκου. Αν ο ανήλικος θα παρακολουθήσει μία εξωσχολική δραστηριότητα, αν θα συμμετάσχει σε πολυήμερη εκδρομή, διακοπές κλπ. αν θα υποβληθεί σε μείζονα θεραπεία (π.χ. ορθοδοντικού) όπως και μέσα στον γάμο, είναι ζητήματα και για τους δύο γονείς. Μόνος ο συγκατοικών με τον ανήλικο γονέας όμως ενεργεί τις επείγουσες πράξεις που αφορούν τον ανήλικο (εκείνες που δεν παίρνουν αναβολή χωρίς βλάβη του ανηλίκου) και λαμβάνει τις προς τον ανήλικο απευθυνόμενες δηλώσεις βουλήσεως, όπως ισχύει και μέχρι σήμερα κατά τη διάρκεια του γάμου.
Η εμπλοκή των γονέων σε όλα τα θέματα πλην των καθημερινών, ασφαλώς μπορεί να σημαίνει αύξηση των ευκαιριών προστριβής, αλλά θεωρήθηκε από την επιτροπή ότι καθιστά τους γονείς πιο υπεύθυνους και ότι αυτοί ενισχύονται, αν θέλουν να ασκήσουν τον γονικό τους ρόλο για την ουσιαστική σύνδεση με το ανήλικο τέκνο, που είναι απαραίτητη για την ψυχική και συναισθηματική ανάπτυξη του τέκνου. Επί πλέον η επιτροπή θεωρεί ότι το σύστημα της συμφωνίας των γονέων μεσοπρόθεσμα συμβάλει θετικά ώστε οι γονείς να αντιλαμβάνονται ότι, παρά τον χωρισμό τους, είναι και οι δύο υπεύθυνοι για το παιδί. Παρά ταύτα αναγνωρίζεται ότι το σύστημα προϋποθέτει ώριμους γονείς.
    Ακολούθως, στο άρθρο 1514 προβλέπονται λόγοι για τους οποίους ο κάθε γονέας μπορεί να ζητήσει να του ανατεθεί η αποκλειστική άσκηση της γονικής  μέριμνας.
Σημειώνεται ότι η δυνατότητα να ζητηθεί η ανάθεση της άσκησης της γονικής μέριμνας στον έναν εκ των γονέων εν όλω ή εν μέρει, παρέχεται αφού έχει στην πράξη δοκιμασθεί και λειτουργήσει η συμφωνία των γονέων κατά το 1513 ή, σε περίπτωση διαφωνίας, η σχετική δικαστική απόφαση. Δηλ., αν οι γονείς διαφωνούν για τον τόπο κατοικίας, τον γονέα με τον οποίον θα διαμένει ο ανήλικος ή την επικοινωνία και προσφύγουν στο δικαστήριο, δεν μπορεί τούτο να αναθέσει την άσκηση της γονικής μέριμνας μόνον στον έναν εξ αυτών εν όλω ή εν μέρει. Η δικαστική απόφαση που εκδίδεται κατά 1513 περιλαμβάνει μόνον ρύθμιση για τα τρία θέματα στα οποία οφείλουν να συμφωνήσουν οι γονείς.
Κάθε γονέας μπορεί να ζητήσει από το δικαστήριο να του ανατεθεί η αποκλειστική άσκηση της γονικής μέριμνας του ανηλίκου για σπουδαίο λόγο. Ενδεικτικά, σπουδαίο λόγο αποτελούν: η αδιαφορία του ενός γονέα: π.χ. ο γονέας με τον οποίο το τέκνο δεν συγκατοικεί, δεν ασκεί το δικαίωμα επικοινωνίας για μακρό χρονικό διάστημα ή δεν συμμετέχει στη λήψη αποφάσεων που αφορούν τον ανήλικο. Η παρακώλυση από τον συγκατοικούντα γονέα  του δικαιώματος επικοινωνίας του άλλου γονέα με το παιδί, αλλά και η μη επιστροφή του παιδιού στον γονέα με τον οποίο τούτο συγκατοικεί μετά την άσκηση του δικαιώματος επικοινωνίας. Η παρά την συμφωνία των γονέων ή την απόφαση του δικαστηρίου, αλλαγή του τόπου κατοικίας του τέκνου. Η καταχρηστική εκ μέρους του ενός γονέα άσκηση της συνεπιμέλειας ή της συνδιαχείρισης,  π.χ. εξαντλητική εξέταση ή παρέμβαση σε κάθε λεπτομέρεια της καθημερινής ζωής του ανηλίκου, η πρόκληση διαφωνιών, η αδιαλλαξία κλπ., ακόμη και αν αυτή οφείλεται σε υπέρμετρο ζήλο του γονέα.
Η ρύθμιση αφήνει ανεπηρέαστα τα ζητήματα τα οποία μέχρι τώρα θεωρούνται ότι ανήκουν στον πυρήνα της γονικής μέριμνας και ανήκουν και στους δύο γονείς, ακόμη και αν δεν ασκούν τη γονική μέριμνα. Για το θέμα του θρησκεύματος π.χ. του παιδιού, την ονοματοδοσία, τη συγκατάθεση σε υιοθεσία κλπ., και οι δύο γονείς παραμένουν αρμόδιοι ως φορείς της γονικής μέριμνας ακόμη και αν ανατεθεί η άσκηση στον έναν εξ αυτών.
Το νέο άρθρο 1514, αφήνει επίσης ανεπηρέαστη την εφαρμογή του άρθρου 1532. Είναι προφανές ότι το άρθρο 1532 το οποίο δεν τροποποιήθηκε, προϋποθέτει κακή άσκηση της γονικής μέριμνας, εφαρμόζεται δε και στην διάρκεια του γάμου και μετά την παύση της συμβίωσης. Το νέο άρθρο 1514 αναφέρεται στην αντικειμενική δυσκολία κοινής άσκησης της γονικής μέριμνας μετά το διαζύγιο, διάσταση κλπ, είτε αυτή μπορεί να καταλογιστεί στον έναν εκ των γονέων είτε όχι και δεν αφορά μόνον τη συμπεριφορά των γονέων προς το τέκνο (π.χ. αδιαφορία), αλλά και, όπως και η ενδεικτική απαρίθμηση, τις σχέσεις των συνασκούντων την γονική μέριμνα γονέων μεταξύ τους εν σχέσει προς το τέκνο. Δεν αποκλείεται βεβαίως, και ο γονέας που τελεί σε διάσταση ή μετά το διαζύγιο ή την ακύρωση του γάμου, να ασκεί κακώς την γονική μέριμνα· τότε μπορεί να εφαρμοστεί το άρθρο 1532. Το δικαστήριο δεν δεσμεύεται από το αίτημα του γονέα που ζητάει την ανάθεση της αποκλειστικής άσκησης της γονικής μέριμνας. ΄Ετσι, μπορεί να αναθέσει μόνον την αποκλειστική επιμέλεια ή την αποκλειστική διαχείριση ή τίποτα από τα δύο κλπ. Μπορεί επίσης εν ανάγκη, όπως και μέχρι σήμερα (ισχύον 1513), να αναθέσει την άσκηση της γονικής μέριμνας σε τρίτο πρόσωπο.

http://manesis.blogspot.com/2008/06/16-07-2008.html




Γ)               ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ
«Μεταρρυθμίσεις για την Οικογένεια, το παιδί και την Κοινωνία»                      
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

                        «ΣΥΜΦΩΝΟ ΕΛΕΥΘΕΡΗΣ ΣΥΜΒΙΩΣΗΣ»

                                                  ΑΡΘΡΟ 1
                                                   Σύσταση

    Η συμφωνία δύο ενήλικων ετερόφυλων προσώπων με την οποία οργανώνουν τη συμβίωσή τους (σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης) καταρτίζεται με συμβολαιογραφικό έγγραφο. Η συμφωνία δηλώνεται στο ληξίαρχο του τόπου κατοικίας τους και καταχωρίζεται σε ειδικό  ληξιαρχικό βιβλίο.

                                                 ΄ΑΡΘΡΟ 2
                                              Προϋποθέσεις

1. Για τη σύναψη συμφώνου ελεύθερης συμβίωσης απαιτείται πλήρης δικαιοπρακτική ικανότητα.

2. Εμποδίζεται η σύναψη συμφώνου ελεύθερης συμβίωσης, αν υπάρχει γάμος ή σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης  των ενδιαφερόμενων προσώπων ή του ενός  από αυτά.

3. Εμποδίζεται η σύναψη συμφώνου ελεύθερης συμβίωσης μεταξύ συγγενών εξ αίματος σε ευθεία γραμμή απεριορίστως και εκ πλαγίου μέχρι τον τέταρτο βαθμό, καθώς και συγγενών εξ αγχιστείας σε ευθεία γραμμή απεριορίστως.

4. Εμποδίζεται η σύναψη συμφώνου ελεύθερης συμβίωσης μεταξύ εκείνου που υιοθέτησε και αυτού που υιοθετήθηκε.

΄ΑΡΘΡΟ 3
Σχετική ακυρότητα
 Την ακυρότητα του συμφώνου ελεύθερης συμβίωσης μπορεί να επικαλεσθούν μόνο τα πρόσωπα που το συνήψαν, καθώς και όποιος προβάλλει έννομο συμφέρον οικογενειακής ή κληρονομικής φύσης. Την αναγνώριση της ακυρότητας μπορεί να ζητήσει αυτεπαγγέλτως ο εισαγγελέας, αν το  σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης αντίκειται στη δημόσια τάξη.

ΆΡΘΡΟ  4
Λύση
 1. Το σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης λύνεται με  συμφωνία των προσώπων, που περιβάλλεται τον τύπο του συμβολαιογραφικού εγγράφου. Λύση επέρχεται και με μονομερή συμβολαιογραφική δήλωση, αφότου αυτή κοινοποιηθεί με δικαστικό επιμελητή  στον άλλο. Η  συμφωνία ή η μονομερής δήλωση καταχωρίζεται στο ειδικό βιβλίο, όπου έχει καταγραφεί και η σύσταση του συμφώνου.

2.  Το σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης λύνεται αυτοδικαίως, αν συναφθεί γάμος είτε μεταξύ των  προσώπων που συμβιώνουν, είτε μεταξύ ενός από αυτά και τρίτου.

                                                      ΄ΑΡΘΡΟ 5
                                                       Επώνυμο
   Το σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης δεν μεταβάλλει το επώνυμο των προσώπων που συμβιώνουν. Το καθένα από αυτά μπορεί, εφόσον συγκατατίθεται το άλλο, να χρησιμοποιεί στις κοινωνικές σχέσεις  το επώνυμο του άλλου ή να το προσθέτει στο δικό του.

                                                     ΄ΑΡΘΡΟ 6
Περιουσιακές σχέσεις

       Στο συμβολαιογραφικό έγγραφο, με το οποίο συστήνεται το σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης, μπορεί να ρυθμίζονται οι περιουσιακές σχέσεις των προσώπων και ιδίως η τύχη των περιουσιακών στοιχείων που θα αποκτηθούν από τον έναν ή από τον άλλον κατά τη διάρκεια του  συμφώνου (αποκτήματα). Αν δεν υπάρχει συμφωνία για τα αποκτήματα, το κάθε μέρος έχει, μετά τη λύση του συμφώνου, αξίωση κατά του άλλου για ό,τι αυτό  απέκτησε με τη δική του συμβολή. Η αξίωση αυτή δεν γεννάται στο πρόσωπο των κληρονόμων του δικαιούχου, ούτε κληρονομείται από αυτούς, στρέφεται όμως κατά των κληρονόμων του υποχρέου. Η αξίωση παραγράφεται δύο έτη μετά τη λύση του συμφώνου.


                                                    ΄ΑΡΘΡΟ 7
                                          Διατροφή μετά τη λύση

 1. Στο συμβολαιογραφικό έγγραφο, με το οποίο καταρτίζεται  το σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης, μπορεί να περιέχεται συμφωνία με την οποία  αναλαμβάνεται, είτε από το ένα ή το άλλο μέρος, είτε και αμοιβαίως,  υποχρέωση διατροφής αποκλειστικά και μόνο  για την περίπτωση κατά την οποία, μετά τη λύση του συμφώνου με συμφωνία ή μονομερή δήλωση,  θα υπάρχει αδυναμία αυτοδιατροφής. Η υποχρέωση αυτή δεν βαρύνει τους κληρονόμους του υποχρέου.

 2. Με την επιφύλαξη των  § § 3 και 4, η συμβατική αυτή υποχρέωση προηγείται της εκ του νόμου υποχρέωσης διατροφής άλλων προσώπων απέναντι στο δικαιούχο, που βρίσκεται σε αδυναμία, μετά τη λύση του συμφώνου, να διατρέφει τον εαυτό του με τις δικές του δυνάμεις.

 3. Ο υπόχρεος συμβατικής διατροφής μετά τη λύση του συμφώνου ελεύθερης συμβίωσης δεν μπορεί να επικαλεσθεί την υποχρέωση του αυτή,  όταν βαρύνεται με υποχρέωση διατροφής συζύγου ή  ανήλικων τέκνων του.

 4. Ο δικαιούχος διατροφής από το σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης συμπορεύεται, ως προς το δικαίωμα διατροφής, με τον διαζευγμένο  σύζυγο του υποχρέου. 

                                                       ΄ΑΡΘΡΟ 8
Τεκμήριο πατρότητας

  1.  Το τέκνο που γεννήθηκε κατά τη διάρκεια του συμφώνου ελεύθερης συμβίωσης ή μέσα σε τριακόσιες ημέρες από τη λύση ή την αναγνώριση της ακυρότητάς του, τεκμαίρεται ότι έχει πατέρα τον άνδρα  που συμβιώνει με τη μητέρα. Το τεκμήριο ανατρέπεται με αμετάκλητη δικαστική απόφαση. Τα άρθρα 1466 επ. ΑΚ, καθώς και τα άρθρα 614 επ.ΚΠολΔ, εφαρμόζονται αναλόγως και στο τεκμήριο αυτό.

 2.   Η ακυρότητα ή η ακύρωση  του συμφώνου δεν επηρεάζει την πατρότητα των τέκνων.

                                                    ΄ΑΡΘΡΟ 9
                                               Επώνυμο τέκνων
    Το τέκνο που γεννήθηκε κατά τη διάρκεια συμφώνου ελεύθερης συμβίωσης φέρει το επώνυμο που επέλεξαν οι γονείς του με κοινή και αμετάκλητη δήλωσή  που περιέχεται στη συμβολαιογραφική συμφωνία τους για τη σύναψη του συμφώνου. Το επώνυμο που επιλέγεται είναι κοινό για όλα τα τέκνα και  είναι υποχρεωτικά το επώνυμο του ενός από τους γονείς ή  συνδυασμός των επωνύμων τους. Σε καμιά όμως περίπτωση δεν μπορεί να περιλαμβάνει περισσότερα από δύο επώνυμα. Αν η δήλωση παραλειφθεί, το  τέκνο θα έχει σύνθετο  επώνυμο, αποτελούμενο από το επώνυμο και των δύο γονέων του. Αν το επώνυμο του ενός ή και των δύο γονέων είναι σύνθετο, το επώνυμο του τέκνου θα σχηματισθεί με το πρώτο από τα δύο επώνυμα.
                                                  
                                                   ΄ΑΡΘΡΟ  10
                                                Γονική μέριμνα
1.  Η γονική μέριμνα τέκνου που γεννήθηκε κατά τη διάρκεια συμφώνου ελεύθερης συμβίωσης ανήκει στους δύο γονείς και ασκείται από κοινού. Τα άρθρα του ΑΚ για τη γονική μέριμνα των τέκνων που κατάγονται από γάμο εφαρμόζονται αναλόγως και στην περίπτωση αυτή.

2.  Αν το σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης λυθεί, για τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 4,  για την  άσκηση της γονικής μέριμνας εφαρμόζεται αναλόγως το άρθρο 1513 του                                     

                                                 ΆΡΘΡΟ 11
                                        Κληρονομικό δικαίωμα

1.  Με τη λύση του συμφώνου ελεύθερης συμβίωσης λόγω θανάτου, αυτός που επιζεί έχει κληρονομικό δικαίωμα εξ αδιαθέτου, το οποίο ανέρχεται στο έκτο της κληρονομίας, αν συντρέχει με κληρονόμους της πρώτης τάξης, στο τρίτο, αν συντρέχει με κληρονόμους άλλων τάξεων και σε ολόκληρη την κληρονομία, αν δεν υπάρχει συγγενής του κληρονομημένου, που να καλείται ως εξ αδιαθέτου κληρονόμος.

2.  Αυτός που επιζεί έχει δικαίωμα νόμιμης μοίρας στην κληρονομία, το οποίο ανέρχεται στο μισό της εξ αδιαθέτου μερίδας. Κατά το ποσοστό αυτό μετέχει ως κληρονόμος.

 3.  Τα άρθρα 1826 επ. ΑΚ εφαρμόζονται αναλόγως και στην περίπτωση αυτή.

ΑΡΘΡΟ 12
                                           Ανάλογη εφαρμογή

1. Διατάξεις δημοσιοϋπαλληλικού, εργατικού, ασφαλιστικού και συνταξιοδοτικού δικαίου, που αναφέρονται σε συζύγους, εφαρμόζονται αναλόγως και στα πρόσωπα που έχουν συνάψει σύμφωνο ελεύθερης συμβίωση, εφόσον τούτο έχει διαρκέσει επί πέντε συνεχή έτη, τουλάχιστον.

 2.  ΄Οπου σε οποιοδήποτε άλλο νόμο γίνεται λόγος για συζύγους, οι σχετικές διατάξεις ισχύουν αναλόγως και στα πρόσωπα που έχουν συνάψει σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης, εφόσον δεν υπάρχει ειδική ρύθμιση στο νόμο αυτό ή  δεν αντίκεινται στις διατάξεις του.

                                                ΄ΑΡΘΡΟ 13
                                       Αναστολή παραγραφής

  Το άρθρο 256 ΑΚ περιπτ.1 τροποποιείται ως εξής:

«1. μεταξύ συζύγων κατά τη διάρκεια του γάμου, έστω και αν ύστερα ακυρωθεί, καθώς και μεταξύ προσώπων που έχουν συνάψει σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης».

                                                 ΆΡΘΡΟ  14
                                            Πεδίο εφαρμογής
   Ο νόμος αυτός εφαρμόζεται σε κάθε σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης, εφόσον αυτό έχει καταρτισθεί στην Ελλάδα. Σε κάθε άλλη περίπτωση εφαρμόζεται το δίκαιο που ορίζεται από τους κανόνες του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ
ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ  ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΤΟΥ ΑΣΤΙΚΟΥ ΚΩΔΙΚΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΙΟΘΕΣΙΑ, ΤΟ ΔΙΑΖΥΓΙΟ, ΤΟ ΕΠΩΝΥΜΟ ΤΩΝ ΣΥΖΥΓΩΝ ΚΑΙ ΤΗ ΓΟΝΙΚΗ ΜΕΡΙΜΝΑ.

ΥΙΟΘΕΣΙΑ
ΑΡΘΡΟ 15

1.  Το άρθρο 1552 ΑΚ τροποποιείται ως εξής:
  Δικαστική αναπλήρωση της συναίνεσης: Η συναίνεση των γονέων για υιοθεσία του τέκνου τους αναπληρώνεται με απόφαση του δικαστηρίου: α) αν οι γονείς είναι άγνωστοι ή το τέκνο είναι έκθετο β) αν και  οι δύο γονείς έχουν εκπέσει από τη γονική μέριμνα ή βρίσκονται σε καθεστώς στερητικής δικαστικής συμπαράστασης που τους αφαιρεί και την ικανότητα να συναινούν για την υιοθεσία του παιδιού τους, γ) αν οι γονείς έχουν άγνωστη διαμονή ή κατέστησαν άγνωστης διαμονής κατόπιν της παροχής της γενικής εξουσιοδότησης του άρθρου 1554 ΑΚ, δ) αν το τέκνο προστατεύεται από αναγνωρισμένη κοινωνική οργάνωση, έχει αφαιρεθεί από τους γονείς η άσκηση της επιμέλειας σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 1532 και 1533 και αυτοί αρνούνται καταχρηστικά να συναινέσουν, ε) αν το τέκνο έχει παραδοθεί με τη συναίνεση των γονέων σε οικογένεια για φροντίδα και ανατροφή με σκοπό την υιοθεσία και έχει ενταχθεί σ’ αυτήν επί χρονικό διάστημα ενός τουλάχιστον έτους, οι δε γονείς εκ των υστέρων αρνούνται καταχρηστικά να συναινέσουν. Αν οι περιπτώσεις α έως ε της παραπάνω παραγράφου συντρέχουν στο πρόσωπο του ενός μόνον εκ των γονέων, η απόφαση του δικαστηρίου αναπληρώνει αυτού μόνο τη συναίνεση.
   Με απόφαση του δικαστηρίου αναπληρώνεται και η συναίνεση του επιτρόπου για την υιοθεσία του ανηλίκου, εφόσον ο τελευταίος προστατεύεται από αναγνωρισμένη κοινωνική οργάνωση και ο επίτροπος αρνείται καταχρηστικά να συναινέσει.

2.  Το άρθρο 1553 ΑΚ τροποποιείται ως εξής:
 
  Ακρόαση των συγγενών. Στις περιπτώσεις υπό στοιχεία β΄ έως ε΄ της πρώτης παραγράφου, καθώς και στην περίπτωση της δεύτερης παραγράφου του προηγουμένου άρθρου, το δικαστήριο μπορεί να ζητήσει την ακρόαση των πλησιέστερων συγγενών, αν αυτή είναι εφικτή.

     3.   Το άρθρο 1565 ΑΚ τροποποιείται ως εξής:
    
      Προσθήκη ή απάλειψη κύριου ονόματος. Το δικαστήριο μπορεί με την απόφασή του περί υιοθεσίας, να επιτρέψει στον υποψήφιο θετό γονέα, ύστερα από αίτησή του, να προσθέσει στο κύριο όνομα του θετού τέκνου και άλλο όνομα. Στην περίπτωση αυτή το δικαστήριο μπορεί, ύστερα από αίτηση του θετού γονέα που υποβάλλεται μετά τη συντέλεση της υιοθεσίας αλλά το αργότερο εντός έτους από αυτήν, να επιτρέψει την απάλειψη του κύριου ονόματος που έφερε το θετό τέκνο προ της υιοθεσίας, εφόσον τούτο είναι προς το συμφέρον του τέκνου.
   Αν το θετό τέκνο έχει συμπληρώσει το δωδέκατο έτος της ηλικίας του είναι απαραίτητη, σε κάθε περίπτωση, για τη χορήγηση της άδειας του δικαστηρίου η συναίνεση του ιδίου. Η δεύτερη παράγραφος του άρθρου 1555 εφαρμόζεται και εδώ. 

ΑΡΘΡΟ 16

    Το άρθρο 800 § 1 ΚΠολΔ τροποποιείται ως εξής:
   
    Αρμόδιο για την τέλεση υιοθεσίας είναι το δικαστήριο, στην περιφέρεια του οποίου έχουν τη συνήθη διαμονή τους εκείνος που υιοθετεί ή εκείνος που υιοθετείται. Τα ελληνικά δικαστήρια έχουν δικαιοδοσία για την τέλεση της υιοθεσίας, όταν ο υιοθετών ή o υιοθετούμενος είναι ελληνικής ιθαγένειας, ακόμα και αν δεν έχουν τη συνήθη διαμονή τους στην Ελλάδα. Στην περίπτωση αυτή είναι αρμόδια τα δικαστήρια της πρωτεύουσας του Κράτους.

                                                   ΑΡΘΡΟ 17

    Η παρ. 2 του άρθρου 7 ν. 2447/1996 τροποποιείται ως εξής:

    Όταν, για την υιοθεσία ανηλίκου, οι φυσικοί γονείς ή ο επίτροπος έρχονται σε απευθείας συνεννόηση με τους υποψήφιους θετούς γονείς χωρίς τη μεσολάβηση κοινωνικής υπηρεσίας ή οργάνωσης, οφείλουν, τόσο αυτοί όσο και οι υποψήφιοι θετοί γονείς, πριν από την παράδοση του παιδιού ή μέσα σε διάστημα ενός μηνός από αυτήν να ανακοινώσουν τη σχετική πρόθεσή τους στην αρμόδια κοινωνική υπηρεσία.

     ΑΡΘΡΟ  18

  1.  Η περ. α΄  της παρ. 2 του άρθρου 1 του π.δ. 226/1999 τροποποιείται ως εξής:
   
   Οι Διευθύνσεις Κοινωνικής Πρόνοιας των τεσσάρων τομέων της Νομαρχίας Αθηνών, της Νομαρχίας  Ανατολικής  και  Δυτικής  Αττικής για  το νομό Αττικής, πλην της Νομαρχίας Πειραιά, καθώς και για τους νομούς των Περιφερειών Στερεάς Ελλάδος και Θεσσαλίας.

    2.  Το εδ. γ της παρ. 2 του άρθρου 4 του π.δ. 226/1999 τροποποιείται ως εξής:

     Αν  η  ξένη  υπηρεσία  δεν  ανταποκριθεί  στο  αίτημα  της  ελληνικής  για αποστολή στοιχείων που αφορούν το παιδί που θα υιοθετηθεί, ιδίως σχετικά με το κοινωνικό και το ιατρικό ιστορικό του, και παραμείνει έτσι η έρευνα της ελληνικής υπηρεσίας ανολοκλήρωτη, η συντασσόμενη έκθεση της τελευταίας δεν αποστέλλεται.
                                              
ΔΙΑΖΥΓΙΟ
ΑΡΘΡΟ 19
    H παράγραφος 3 του άρθρου 1439 του Αστικού Κώδικα αντικαθίσταται ως εξής : «Εφόσον οι σύζυγοι βρίσκονται σε διάσταση συνεχώς από δύο τουλάχιστον χρόνια, ο κλονισμός τεκμαίρεται αμάχητα και το διαζύγιο μπορεί να ζητηθεί, έστω και αν ο λόγος του κλονισμού αφορά το πρόσωπο του ενάγοντα. Η συμπλήρωση του χρόνου διάστασης δεν εμποδίζεται από μικρές διακοπές που έγιναν ως προσπάθεια αποκατάστασης των σχέσεων ανάμεσα στους συζύγους.».

                                             ΑΡΘΡΟ 20

  Τα άρθρα 1441, 1388, 1490, 1511, 1513, 1514, 1515, 1516, 1518, 1520 και 1589 του Αστικού Κώδικα, τροποποιούνται ως εξής:


 Άρθρο 1441: - Συναινετικό διαζύγιο.

   Όταν οι σύζυγοι συμφωνούν για το διαζύγιο, μπορούν να το ζητήσουν με κοινή αίτησή τους που δικάζεται κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας (συναινετικό διαζύγιο).
   Για να εκδοθεί συναινετικό διαζύγιο, πρέπει ο γάμος να έχει διαρκέσει τουλάχιστον ένα χρόνο πριν από την κατάθεση της αίτησης και η συμφωνία των συζύγων να δηλωθεί στο δικαστήριο, αυτοπροσώπως ή με ειδικό πληρεξούσιο, σε δύο συνεδριάσεις που να απέχουν μεταξύ του έξι τουλάχιστον μήνες. Το ειδικό πληρεξούσιο πρέπει να έχει δοθεί μέσα στον τελευταίο μήνα πριν από την κάθε συνεδρίαση. Εφόσον από την πρώτη συνεδρίαση πέρασαν δύο χρόνια, η δήλωση της συμφωνίας παύει να ισχύει.
   Αν υπάρχει ανήλικο τέκνο, για να εκδοθεί συναινετικό διαζύγιο πρέπει να προσκομίζεται  συμφωνία των συζύγων κατά το άρθρο 1513.
               

ΕΠΩΝΥΜΟ ΣΥΖΥΓΩΝ
ΑΡΘΡΟ 21
   Στο Άρθρο 1388 του Αστικού Κώδικα προστίθεται τρίτο εδάφιο ως εξής : «Με συμφωνία των συζύγων η σύζυγος μπορεί να λάβει το επώνυμο του συζύγου».

ΓΟΝΙΚΗ ΜΕΡΙΜΝΑ
ΑΡΘΡΟ 22
Άρθρο 1490
Αν ένας από τους ανιόντες ή τους κατιόντες δεν είναι σε θέση να δώσει διατροφή, η υποχρέωση βαρύνει εκείνον που είναι υπόχρεος ύστερα από αυτόν. Το ίδιο ισχύει και όταν, για πραγματικούς ή νομικούς λόγους, είναι αδύνατη ή ιδιαίτερα δυσχερής η δικαστική επιδίωξη στην ημεδαπή εναντίον εκείνου που έχει την υποχρέωση. Στην περίπτωση που καταβάλλει τη διατροφή, αντί για τον αμέσως υπόχρεο, άλλο πρόσωπο, αυτό υποκαθίσταται αυτοδικαίως στα δικαιώματα εκείνου που την έλαβε: 1. αν κατέβαλε τη διατροφή δυνάμει του δεύτερου εδαφίου της προηγούμενης παραγράφου· 2. αν πρόκειται για το κράτος ή νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου ή κοινωφελές ίδρυμα που ανέλαβε τη διατροφή του δικαιούχου ανηλίκου στη θέση του υπόχρεου συγγενή του·3. αν πρόκειται για ιδιώτες, στους οποίους ανατέθηκε η επιμέλεια του προσώπου του δικαιούχου ανηλίκου, σύμφωνα με τα άρθρα  1514, 1532, 1533 και 1535· 4. αν ο δικαιούχος της διατροφής  είναι ανήλικος και τη διατροφή του κατέβαλε, στη θέση του υπόχρεου γονέα του, ο σύζυγος του τελευταίου. 

 ΄Αρθρο 1511
  
   Κάθε απόφαση των γονέων σχετικά με την άσκηση της γονικής μέριμνας πρέπει να αποβλέπει στο συμφέρον του τέκνου.
   Στο συμφέρον του τέκνου πρέπει να αποβλέπει και η απόφαση του δικαστηρίου, όταν, κατά τις διατάξεις του νόμου, το δικαστήριο αποφασίζει σχετικά με τη γονική μέριμνα  ή με τον τρόπο της άσκησής της. Η απόφαση του δικαστηρίου πρέπει επίσης να σέβεται την ισότητα μεταξύ των γονέων και να μην κάνει διακρίσεις εξαιτίας του φύλου, της φυλής, της γλώσσας, της θρησκείας, των πολιτικών ή όποιων άλλων πεποιθήσεων, της ιθαγένειας, της εθνικής ή κοινωνικής προέλευσης ή της περιουσίας.
   Ανάλογα με την ωριμότητα του τέκνου πρέπει να ζητείται και να συνεκτιμάται η γνώμη του πριν από κάθε απόφαση σχετική με τη γονική μέριμνα, εφόσον η απόφαση αφορά τα συμφέροντά του.

   Άρθρο 1513
  Διαζύγιο ή ακύρωση του γάμου ή διακοπή της συμβίωσης

  Στις περιπτώσεις διαζυγίου ή ακύρωσης του γάμου ή διακοπής της συμβίωσης και οι δύο γονείς εξακολουθούν να ασκούν από κοινού τη γονική μέριμνα.
   Οι γονείς καθορίζουν με συμφωνία τους τον τόπο κατοικίας του τέκνου τους, τον γονέα με τον οποίο θα συγκατοικεί το τέκνο τους καθώς και τον τρόπο επικοινωνίας του τέκνου με τον γονέα με τον οποίο τούτο δεν συγκατοικεί. Η συμφωνία γίνεται με συμβολαιογραφικό έγγραφο.
  Σε περίπτωση διαφωνίας αποφασίζει το δικαστήριο.
   Οι διατάξεις των παραγράφων  2 και 3 του άρθρου 1511 εφαρμόζονται αναλόγως.
   Ο γονέας με τον οποίο συγκατοικεί το τέκνο αποφασίζει και επιχειρεί μόνος του πράξεις αναφερόμενες στην άσκηση της γονικής μέριμνας: 1. όταν πρόκειται για συνήθεις πράξεις που αφορούν την καθημερινή ζωή του ανηλίκου, για την τρέχουσα διαχείριση της περιουσίας του ή για πράξεις που έχουν επείγοντα χαρακτήρα και 2. όταν πρόκειται για τη λήψη δήλωσης βούλησης που είναι απευθυντέα προς το τέκνο.

  Άρθρο 1514
Αποκλειστική άσκηση γονικής μέριμνας σε περίπτωση διαζυγίου, ακύρωσης γάμου, ή διακοπής της συμβίωσης

   Καθένας από τους γονείς μπορεί να ζητήσει  από το δικαστήριο να του ανατεθεί αποκλειστικά η άσκηση μέρους ή και του συνόλου της γονικής μέριμνας για σπουδαίο λόγο, ιδίως αν ο άλλος γονέας μεταβάλει τον τόπο κατοικίας του τέκνου κατά παράβαση της συμφωνίας ή της δικαστικής απόφασης, σύμφωνα με το άρθρο 1513, αν ο άλλος γονέας αδιαφορεί ή αδυνατεί για πραγματικούς ή νομικούς λόγους να συνασκεί μέρος ή το σύνολο της γονικής μέριμνας ή αν ο άλλος γονέας συνασκεί καταχρηστικά το δικαίωμα της επιμέλειας, της διαχείρισης της περιουσίας του τέκνου ή της επικοινωνίας του τέκνου με τον άλλο γονέα. Το δικαστήριο μπορεί να αποφασίσει διαφορετικά, ιδίως να κατανείμει την άσκηση της γονικής μέριμνας μεταξύ των γονέων ή να την αναθέσει σε τρίτον.
   Για τη λήψη της απόφασής του το δικαστήριο λαμβάνει υπόψη του τους έως τότε δεσμούς του τέκνου με τους γονείς και τους αδελφούς του, καθώς και τις τυχόν συμφωνίες που έκαναν οι γονείς του τέκνου για την επιμέλεια και τη διοίκηση της περιουσίας του.
   Ο γονέας, στον οποίο δεν έχει ανατεθεί η άσκηση της γονικής μέριμνας, έχει το δικαίωμα να ζητάει από τον άλλο πληροφορίες για το πρόσωπο και την περιουσία του τέκνου.

   Άρθρο 1515
  Τέκνα χωρίς γάμο των γονέων τους

   Η γονική μέριμνα του ανήλικου τέκνου που γεννήθηκε και παραμένει χωρίς γάμο των γονέων του ανήκει στη μητέρα του. Σε περίπτωση αναγνώρισής του, αποκτά γονική μέριμνα και ο πατέρας, που όμως την ασκεί αν υπάρχει συμφωνία των γονέων κατά το άρθρο 1513 ή αν έπαψε η γονική μέριμνα της μητέρας ή αν αυτή αδυνατεί να την ασκήσει για νομικούς ή πραγματικούς λόγους.
   Με αίτηση του πατέρα το δικαστήριο μπορεί και σε κάθε άλλη περίπτωση να αναθέσει  και σ’ αυτόν την άσκηση της γονικής μέριμνας ή μέρους της, εφόσον αυτό επιβάλλεται από το συμφέρον του τέκνου.
   Σε περίπτωση δικαστικής αναγνώρισης, στην οποία αντιδίκησε ο πατέρας, αυτός δεν ασκεί γονική μέριμνα ούτε αναπληρώνει τη μητέρα στην άσκησή της. Το δικαστήριο μπορεί, αν το επιβάλλει το συμφέρον του τέκνου, να αποφασίσει διαφορετικά με αίτηση του πατέρα, εφόσον έπαψε η γονική μέριμνα της μητέρας ή αυτή αδυνατεί να την ασκήσει για νομικούς ή πραγματικούς λόγους ή υπάρχει συμφωνία των γονέων.

  Άρθρο 1516 - Πράξεις από τον ένα γονέα

   Ο καθένας από τους γονείς επιχειρεί και μόνος του πράξεις αναφερόμενες στην άσκηση της γονικής μέριμνας.1. όταν πρόκειται για συνήθεις πράξεις επιμέλειας του προσώπου του τέκνου ή για την τρέχουσα διαχείριση της περιουσίας του ή για πράξεις που έχουν επείγοντα χαρακτήρα · 2. όταν πρόκειται για τη λήψη δήλωσης της βούλησης που είναι απευθυντέα προς το τέκνο.
   Στις περιπτώσεις διακοπής της συμβίωσης των γονέων, διαζυγίου ή ακύρωσης του γάμου τους, καθώς και όταν πρόκειται για τέκνο γεννημένο χωρίς γάμο των γονέων του, ο κάθε γονέας εφόσον ασκεί τη γονική μέριμνα μπορεί να ασκεί τις αξιώσεις διατροφής του τέκνου κατά του άλλου γονέα του.

    Άρθρο 1518
     Επιμέλεια του προσώπου

  Η επιμέλεια του προσώπου του τέκνου περιλαμβάνει ιδίως την ανατροφή, την επίβλεψη, τη μόρφωση και την εκπαίδευσή του, καθώς και τον προσδιορισμό του τόπου της διαμονής του.
   Κατά την ανατροφή του τέκνου οι γονείς το ενισχύουν, χωρίς διάκριση φύλου, να αναπτύσσει υπεύθυνα και με κοινωνική συνείδηση την προσωπικότητά του. Η λήψη σωφρονιστικών μέτρων επιτρέπεται μόνο εφόσον αυτά είναι παιδαγωγικώς αναγκαία και δεν θίγουν την αξιοπρέπεια του τέκνου.
   Κατά την μόρφωση και την επαγγελματική εκπαίδευση του τέκνου οι γονείς λαμβάνουν υπόψη τις ικανότητες και τις προσωπικές του κλίσεις. Γι’ αυτό το σκοπό οφείλουν να συνεργάζονται με το σχολείο και, αν υπάρχει ανάγκη, να ζητούν τη συνδρομή αρμόδιων κρατικών υπηρεσιών ή δημόσιων οργανισμών.
 Καθένας από τους γονείς υποχρεούται να διαφυλάσσει και να ενισχύει τη σχέση του τέκνου με τον άλλο γονέα του, τους αδελφούς του καθώς και, ιδίως στην περίπτωση κατά την οποία οι γονείς δεν ζουν μαζί ή ο άλλος γονέας έχει αποβιώσει, με την οικογένεια του άλλου γονέα, εκτός αν τούτο αντίκειται στο συμφέρον του τέκνου.

   Άρθρο 1520 - Προσωπική επικοινωνία

   Ο γονέας με τον οποίο δεν συγκατοικεί το τέκνο διατηρεί το δικαίωμα της προσωπικής επικοινωνίας με αυτό, το οποίο ασκείται με τον τρόπο που ορίζει η συμφωνία των γονέων ή η απόφαση του δικαστηρίου.
  Οι γονείς δεν έχουν το δικαίωμα να εμποδίζουν την επικοινωνία του τέκνου με τους απώτερους ανιόντες του, εκτός αν υπάρχει σοβαρός λόγος.
  Ο γονέας με τον οποίο κατοικεί το τέκνο οφείλει να διευκολύνει την άσκηση του δικαιώματος του τέκνου να επικοινωνεί με τον άλλο γονέα του και ο γονέας που έχει το δικαίωμα της επικοινωνίας οφείλει να το ασκεί σύμφωνα με το συμφέρον του τέκνου και με σεβασμό στην  προσωπικότητα του άλλου γονέα.

   Άρθρο 1589

 Ποιοι τελούν υπό επιτροπεία. Ο ανήλικος τελεί υπό επιτροπεία όταν κανένας γονέας δεν έχει ή δεν μπορεί να ασκήσει τη γονική μέριμνα, όταν το δικαστήριο διορίσει επίτροπο κατά τα άρθρα 1532 και 1535 ή αναθέσει την άσκηση της γονικής μέριμνας σε τρίτον κατά το άρθρο 1514, καθώς και όταν συντρέχουν οι περιπτώσεις των άρθρων 1660 και 1661.

Αρθρο  23
Μεταβατικές διατάξεις. 1. Η διάταξη του άρθρου 1565 § 1, εδ. β΄, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο πρώτο § 3 αυτού του νόμου εφαρμόζεται και στις υιοθεσίες που τελέστηκαν πριν από την έναρξη ισχύος του, εφόσον η σχετική αίτηση προς το δικαστήριο υποβληθεί εντός έτους από αυτή. 2. Δικαστικές αποφάσεις που έχουν εκδοθεί για την ανάθεση γονικής μέριμνας και την άσκησή της προ της ισχύος του παρόντος νόμου μπορούν να μεταρρυθμιστούν κατόπιν αιτήσεως οποιουδήποτε από τους γονείς.
ΑΡΘΡΟ 24
Η ισχύς του παρόντος αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδας της Κυβερνήσεως.


http://manesis.blogspot.com/2008/06/16-07-2008.html


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου